Μ' αρέσουν τα ποιήματα που ζουν στο δρόμο, έξω απ' τα βιβλία: αυτά που τουρτουρίζουν στις γωνιές κι όλο καπνίζουν σαν φουγάρα· που αναβοσβήνουν, μες στη νύχτα, σαν Χριστουγεννιάτικα λαμπάκια… [Νίκος Χουλιαράς]
Ο βίος του λευκά σεντόνια,
θαρρείς δεν κουλουριάστηκαν κουρασμένα σώματα,
δεν αιμορράγησαν όνειρα,
ούτε κλάψανε ουτοπίες,
αλώβητη διατηρεί την αφέλεια ποιητή,
ενώ αποπνέει τραχύτητα πλάσματος
που ’σφιξε γερά το χέρι του θανάτου.
Άνθρωπος;
Μόνος
Από την προς έκδοση συλλογή Άλλη ζωή (2008) της Μαρίας Ψωμά
Ντίνος Χριστιανόπουλος & Σταύρος Κουγιουμτζής, Έλα ν’ ανταλλάξουμε
(τραγούδι: Βίκη Μοσχολιού / δίσκος: Όταν σε περιμένω (1979))
Με κατάνυξη
Έλα να ανταλλάξουμε κορμί και μοναξιά.
Να σου δώσω απόγνωση, να μην είσαι ζώο,
να μου δώσεις δύναμη, να μην είμαι ράκος∙
να σου δώσω συντριβή, να μην είσαι μούτρο,
να μου δώσεις χόβολη, να μην ξεπαγιάσω.
Κι ύστερα να πέσω με κατάνυξη στα πόδια σου,
για να μάθεις πια να μην κλοτσάς.
Από τη συλλογή Ανυπεράσπιστος καημός (1960) του Ντίνου Χριστιανόπουλου
Πώς έφυγες απ’ τη ζωή μου έτσι
και ούτε κλαίω ούτε καν σε συζητώ
σ’ έχω αποκλείσει και από τη μνήμη μου σ’ έχω σβήσει για πάντα
και ό,τι αγάπησα από σένα τώρα το πετώ
Μόνο που τα βράδια σαν τον τρελό
μες στα μπαρ κυκλοφορώ και απορώ
το πρόσωπό σου δεν μπορώ να θυμηθώ και θέλω
όλα αυτά τα βράδια να σ’ αγαπήσω πάλι απ’ την αρχή, μωρό μου
μα δεν έχω άλλη αντοχή
Πώς έγινε και δεν μ’ ενδιαφέρει
σε ποιες αγάπες την αγάπη μου ξοφλάς
σ’ έχω διαγράψει κι άλλη πορεία έχω χαράξει, καρδιά μου
και ό,τι τράβηξα από σένα τώρα το τραβάς
Μόνο που τα βράδια σαν τον τρελό
μες στα μπαρ κυκλοφορώ και απορώ
το πρόσωπό σου δεν μπορώ να θυμηθώ και θέλω
όλα αυτά τα βράδια να σ’ αγαπήσω πάλι απ’ την αρχή, μωρό μου
μα δεν έχω άλλη αντοχή
Μικρός, έξω απ’ τα ακραία σπίτια του χωριού,
συνήθιζε να κολλάει τ’ αυτί του
δίπλα στις ρίζες της οξιάς
για ν’ ακούσει το προμήνυμα
του μοναδικού λεωφορείου,
που έφερνε τους επιβάτες,
κάθε απόγευμα,
από τη «σκάλα» στο χωριό,
τις εφημερίδες, τον πάγο,
την ασετιλίνη… Έφυγε μετανάστης
για το Βέλγιο. Παλιότερα
είχε φύγει ο πατέρας του, με το Δημοκρατικό Στρατό,
στο δεύτερο αντάρτικο,
κι εγκαταστάθηκε στην Τασκένδη.
Χρόνια πέρασαν ώσπου ν’ ανταμώσουν
πατέρας και γιος. Κάποτε βρέθηκαν
στο Έσεν, στη Δυτική Γερμανία.
Ο γέρος του τον ρώτησε τι έκανε, πώς ζούσε.
Όσο και να άλλαζε σταθμούς,
του είπε, στο τρανζίστορ, η βελόνα του
κολλούσε στην πατρίδα, καθώς μικρός
συνήθιζε να κολλάει τ’ αυτί του
στο χωματόδρομο, να δει αν έρχεται το λεωφορείο.
Είκοσι δύο χρόνια είχαν ν’ αγκαλιαστούν.
Πριν χωρίσουν, «υποσχόμενοι αμοιβαίως
ν’ αλληλογραφούν, γιατί τώρα που πιάσαν επαφή
δεν έπρεπε, βεβαίως, να τη χάσουν»,
ο πρώην αντάρτης ρώτησε: «Και το χωριό;»
«Όπως τ’ άφησες. Μόνο που ασφαλτόστρωσαν
τη δημοσιά και δεν ακούγεται πια
ο θόρυβος του λεωφορείου». Αυτό του έφτανε.
Έμαθε επιτέλους μια λεπτομέρεια συγκεκριμένη.
Από τη συγκεντρωτική έκδοση Βασίλης Βασιλικός: Τα Ποιήματα (2006)
Γιώργος Ζαμπέτας & Δημήτρης Χριστοδούλου, Ο χωρισμός
(ερμηνεία: Βίκη Μοσχολιού / δίσκος 45 στροφών του 1965)
Χωρισμός
Ήρθες και τίποτα δεν άντεξε πλάι σου
Έφυγες και τίποτα δε χάθηκε μαζί σου
Στα χέρια μου κρατώ και την ελπίδα και τη μνήμη σου
Το αίμα μου περνάει μέσ’ από σένα
Μοίρασα τον ίσκιο μου με σένα
Τίποτα δε μου λείπει∙ γιατί τίποτα δε χάθηκε μαζί σου.
Από τη συλλογή Δίχως κιβωτό (1951) του Πάνου Θασίτη
Σύνθεση:Σταύρος Ξαρχάκος Στίχοι:Λευτέρης Παπαδόπουλος Μπουζούκι:Κώστας Παπαδόπουλος & Λάκης Καρνέζης Τραγούδι:Βίκη Μοσχολιού & Μιχάλης Ιωαννίδης Δίσκος:45 στροφών [Columbia SCDG 3466] του 1964 (στην άλλη πλευρά του δίσκου βρίσκεται το τραγούδι «Δε σου χρωστάω τίποτα» (Στ. Ξαρχάκου & Λευτ. Παπαδόπουλου))
Παλικαράκι που ’λιωσα
στο συναπάντημά σου
να ’ταν και να ’πιανε η ευχή
να διάβαζε η καρδιά σου
στ’ αχείλι μου τ’ αφίλητο
κάθε καημό μου αμίλητο
Να ’ταν κοντά σου νά ’ρχομουν
δούλα με θες, κυρά σου
να σου ’τοιμάζω το ψωμί
να πας για τη δουλειά σου
και να ρωτώ στην έννοια σου
στα μάτια τα μελένια σου
Να καρτερώ στην πόρτα μας
βραδιές και μεσημέρια
για μια δροσιά στο στόμα σου
στα κουρασμένα χέρια
πώς θα κρυφοκαμάρωνα
και θα σε γλυκομάλωνα
Σύνθεση:Απόστολος Καλδάρας Μπουζούκι:Κώστας Παπαδόπουλος & Λάκης Καρνέζης Τραγούδι:Βίκυ Μοσχολιού Δίσκος:45 στροφών [HMV 7PG3572] του 1966 (στην άλλη πλευρά του δίσκου βρίσκεται το τραγούδι «Ποδαράδες και Κοκκινιά» (Απ. Καλδάρα))
Μες στη ζωή μας την πικραμένη
όλα είναι γραφτά
κλάψε, καρδιά μου, τα όνειρά μου
που χάνονται κι αυτά
Στην ερημιά μου, φτωχή καρδιά μου
κράτα γερά κι εσύ
με αναμνήσεις τώρα θα ζήσεις
αυτά έχει η ζωή
Σύνθεση:Απόστολος Καλδάρας Στίχοι:Γιώργος Σαμολαδάς Μπουζούκι:Κώστας Παπαδόπουλος & Λάκης Καρνέζης Τραγούδι:Βίκη Μοσχολιού Δίσκος:45 στροφών [HMV 7PG3575] του 1966 (στην άλλη πλευρά του δίσκου βρίσκεται το τραγούδι «Μεγάλος είναι ο Θεός» (Απ. Καλδάρα & Ευτ. Παπαγιαννοπούλου))
Με μαρμαρένια τα σκαλιά
θα κτίσω εκκλησιά
εκεί που πρωτοφίλησα
τα χείλη σου τα αγνά
Για σένανε που έγινες χαρά και ξαποσταίνω
στον κάθε μου ανήφορο πνοή για ν’ ανασαίνω
εκεί για σένα, αγάπη μου, μονάχη θα πηγαίνω κάθε δειλινό
Για σένανε που έγινες χαρά και ξαποσταίνω
στον κάθε μου ανήφορο πνοή για ν’ ανασαίνω
εκεί για σένα, αγάπη μου, μονάχη θα πηγαίνω και θα προσκυνώ
Και στην αυλή της εκκλησιάς
θα σπείρω ένα δεντρί
να μας θυμίζει, αγάπη μου
το πρώτο μας φιλί
Για σένανε που έγινες χαρά και ξαποσταίνω
στον κάθε μου ανήφορο πνοή για ν’ ανασαίνω
εκεί για σένα, αγάπη μου, μονάχη θα πηγαίνω κάθε δειλινό
Για σένανε που έγινες χαρά και ξαποσταίνω
στον κάθε μου ανήφορο πνοή για ν’ ανασαίνω
εκεί για σένα, αγάπη μου, μονάχη θα πηγαίνω και θα προσκυνώ