Μ' αρέσουν τα ποιήματα που ζουν στο δρόμο, έξω απ' τα βιβλία: αυτά που τουρτουρίζουν στις γωνιές κι όλο καπνίζουν σαν φουγάρα· που αναβοσβήνουν, μες στη νύχτα, σαν Χριστουγεννιάτικα λαμπάκια… [Νίκος Χουλιαράς]
Δέκα χιλιάδες μεροκάματα
με ήλιο με βοριά μ’ αρχή και τέλος του ντουνιά
το Μεσολόγγι
Μια ρημαγμένη πόλη ελληνική
σαν το νταλκά
Μια ρημαγμένη ζωή
που πέρασε τα χρόνια της
σε ντόπια και σε ξένη πάντα κατοχή
Μια ρημαγμένη αγαπημένη
που άσπρισε στα τριάντα της
μια μάνα αβάσταχτα καλή μια ταπεινή Μαρία
Και τα παιδιά, αχ τα παιδιά
μαράζι και κρυφή χαρά
που δεν προλάβανε να σ’ αγαπήσουν πάλι
Δέκα χιλιάδες μεροκάματα
παραλλαγές του μαύρου
και βουτηγμένα στο αίμα της καρδιάς
Παραλλαγές του ίδιου ονείρου
Ελευθερία
Η λέξη «Ζαβαρακατρανέμια» δεν σημαίνει απολύτως τίποτα. Αυτό το τραγούδι είχε γραφτεί τον καιρό της δικτατορίας από τον Γιάννη Μαρκόπουλο (το τραγούδησε ίδιος, αλλά και ο Νίκος Ξυλούρης) και επειδή απαγορευόταν να ακούγονται επαναστατικά τραγούδια έπρεπε να βρουν κάτι που να μην ξέρει κανείς τι σημαίνει αλλά να μεταδίδεται και κάποιο μήνυμα στον κόσμο.
Όπως εξήγησε ο Γιάννης Μαρκόπουλος (για πρώτη φορά) στην εκπομπή «Συναντήσεις» στην ΕΤ1, με οικοδεσπότη τον Λευτέρη Παπαδόπουλο:
– Η λέξη «Αλληλούια» δεν είναι η γνωστή εβραϊκή λέξη, αλλά η ελληνική λέξη «Αλληλουχία» (με τη διαφορά ότι αφαιρέθηκε το χ). – Η λέξη «Ζάβαρα» προέρχεται από τη λέξη Ζευς και σημαίνει λάβαρα. – Η λέξη «Κάτρα» σημαίνει μαύρα. – Η λέξη «Νάμα» σημαίνει βάπτισμα. – Η λέξη «Λάμα» σημαίνει λάμα (μαχαιριού). – Η λέξη «Νέμια» σημαίνει ηρεμία. – Η λέξη «Ίλεως» σημαίνει σπλαχνικός.
Εδώ δεν έχει σύνορα δεν έχει καλοσύνη
μπροστά πηγαίνει ο αρχηγός και πίσω του οι σκύλοι
Τραπέζι πεντακάθαρο λεφτά χαρτιά και τσόχα
κρατάς τη μύτη σου μακριά να μη σε πάρει η μπόχα
Τούμπου – τούμπου ζα τούμπου μάγοι
θα μας ψήσουν οι ανθρωποφάγοι
τούμπου – τούμπου ζα τούμπου ζίτσου
στο καζάνι κι η μαμά του Κίτσου
Τούμπου – τούμπου και ταμπού
φάγαν τη γριά, Ντουντού
ντούμπου – ντούμπου ντούμου και μπαμπού
πέσαν όλα τα ταμπού
Εγύριζα όλη τη γη με ένα αεροπλάνο
μοντέλο απ’ την κατοχή που ’χε φωνή σοπράνο
Σ’ ένα σταθμό μού είπανε όλη την ιστορία
στη ζούγκλα πως χαθήκατε σας φάγαν τα θηρία
Τούμπου – τούμπου ζα τούμπου μάγοι
θα μας ψήσουν οι ανθρωποφάγοι
τούμπου – τούμπου ζα τούμπου ζίτσου
στο καζάνι κι η μαμά του Κίτσου
Τούμπου – τούμπου και ταμπού
φάγαν τη γριά, Ντουντού
ντούμπου – ντούμπου ντούμου και μπαμπού
πέσαν όλα τα ταμπού
Εκείνο που δε μάθατε κι οι μαύροι εγελάγαν
είναι γιατί ψοφήσανε τα ζώα που σας φάγαν
Δηλητηριαστήκανε από τα δυο κορμιά σας
το λέει το ραδιόφωνο, κρίμα στην ανθρωπιά σας
Τούμπου – τούμπου ζα τούμπου μάγοι
θα μας ψήσουν οι ανθρωποφάγοι
τούμπου – τούμπου ζα τούμπου ζίτσου
στο καζάνι κι η μαμά του Κίτσου
Τούμπου – τούμπου και ταμπού
φάγαν τη γριά, Ντουντού
ντούμπου – ντούμπου ντούμου και μπαμπού
πέσαν όλα τα ταμπού
Στο δέντρο αναπαυτήκανε τα δυο καημένα ζώα
ενθάδε κείται έγραψαν ο λέων με τον βόα
Γι’ αυτό ν’ ακούς τις συμβουλές του γέρου μπροστοτράγου
που φάγαμε εψές αργά στη στάνη του Πανάγου
Τούμπου – τούμπου ζα τούμπου μάγοι
θα μας ψήσουν οι ανθρωποφάγοι
τούμπου – τούμπου ζα τούμπου ζίτσου
στο καζάνι κι η μαμά του Κίτσου
Τούμπου – τούμπου και ταμπού
φάγαν τη γριά, Ντουντού
ντούμπου – ντούμπου ντούμου και μπαμπού
πέσαν όλα τα ταμπού
Μη με αφήνεις μοναχή μου, μη με αφήνεις μόνη τη φτωχή
μη με αφήνεις μοναχή μου, μη με αφήνεις, σε παρακαλώ
Τούμπου – τούμπου ζα τούμπου μάγοι
θα μας ψήσουν οι ανθρωποφάγοι
τούμπου – τούμπου ζα τούμπου ζίτσου
στο καζάνι κι η μαμά του Κίτσου
Τούμπου – τούμπου και ταμπού
φάγαν τη γριά, Ντουντού
ντούμπου – ντούμπου ντούμου και μπαμπού
πέσαν όλα τα ταμπού
Τη μέρα που ήρθα και σε βρήκα
κάτω στο Πέραμα με τους γέρους
στη θάλασσα να βρίζεις την κάμαρα
που σε γέννησε και τον Ξέρξη
Στάθηκα δίπλα σου και σου είπα
τα κεραμίδια θα γίνουνε τσιμέντο
τα ξύλα θα γίνουνε πέτρες
η αγάπη θα γίνει χρήμα
Τη μέρα που ήρθα και σε βρήκα
κάτω στο Πέραμα με τους γέρους
στάθηκα δίπλα σου και σου είπα
θα μας ξεχάσουνε την Πέμπτη
το Σάββατο την ίδια ώρα
θ’ αναστηθούμε
Η Ρόζα η ναζιάρα με τα σγουρά μαλλιά
στα θέατρα γυρίζει και ψάχνει για δουλειά
Φωτογραφίες δείχνει σαν σταρ του σινεμά
να παίζει Γενοβέφα ντυμένη στα λευκά
Στα θέατρα γυρίζει και ψάχνει για δουλειά
μα στην κακούργα Αθήνα δεν βρίσκει πουθενά
Της πρότειναν να γίνει του Τσάκαλου καρφί
μα εκείνη λέει όχι με βροντερή φωνή
Ντυμένη Γενοβέφα τη βρήκαν το πρωί
με ρουζ μπογιατισμένη να παίζει στη σκηνή
Πρόκειται για τον πλέον «πολύχρωμο» δίσκο του Γιάννη Μαρκόπουλου, ένα πανηγύρι γεμάτο ελληνικούς ρυθμούς, παιγνιώδη διάθεση, αιχμηρά τραγούδια, ολοζώντανες εικόνες από μια επαρχία που δεν είχε ακόμη «πλουτίσει» -των αρχών του 20ού αιώνα, μέσα από το μεγάλο χάρισμα του Κώστα Βίρβου να κάνει υψηλή τέχνη με τα πιο καθαρά υλικά μιας λαϊκότητας ζωντανής και πλούσιας.
Ο Μαρκόπουλος, σε μια σπάνια στιγμή «απελευθέρωσης» από μουσικές και εκφραστικές συμβάσεις, γράφει μια σειρά τραγουδιών πολλαπλών χρήσεων: με αυτά τραγουδάς, γελάς, μελαγχολείς, νανουρίζεις, ξεδίνεις, σκέφτεσαι. Ο «Θεσσαλικός κύκλος» κυκλοφόρησε σε διπλό βινύλιο, με ερμηνευτές ορισμένους από τους βασικούς συνεργάτες του συνθέτη – συν τον Παύλο Σιδηρόπουλο, ο οποίος δίπλα στον συνθέτη διέγραψε ως ερμηνευτής μια παράλληλη πορεία με εκείνη που τον έκανε ευρέως γνωστό.
Ο «Αρκουδιάρης», ο «Δάσκαλος», το «Παζάρι» είναι ορισμένα από τα τραγούδια που ακούστηκαν αρκετά στον καιρό τους και συνεχίζουν μέχρι σήμερα να ακούγονται. Στον πρόλογο του δίσκου ακούγεται η φωνή του Βασίλη Τσιτσάνη, που εύχεται καλή επιτυχία στον Γιάννη Μαρκόπουλο και τον Κώστα Βίρβο.
Ο συνθέτης στην πρώτη έκδοση του έργου, το 1974 σε LP, γράφει: «Στον “Θεσσαλικό κύκλο”, τη μουσική παράσταση, υπάρχουν δύο δυνάμεις. Ο τσιφλικάς και ο κολίγος. Οι εξαθλιωμένοι αγρότες των αρχών του αιώνα στη Θεσσαλία δεν έκαναν μια επανάσταση σαν αυτή του ’21. “Πέρασαν” όμως αρχές ελευθερίας και ισότητας εκβιάζοντας πάνω στο πιο αναγκαίο της ζωής: το ψωμί. Θα μπορούσατε να ακούσετε τον “Θεσσαλικό” σαν μικρά παιδιά, αφού ο τσιφλικάς και ο κολίγος είναι οι παππούδες μας…» Ο. Ι.
[Πηγή: εφημερίδα Καθημερινή]
Το άρθρο της εφημερίδας και ο συνθέτης τα λένε όλα. Αναμφίβολα με το έργο αυτό ξαναζούμε μερικές από τις ωραιότερες στιγμές του Γιάννη Μαρκόπουλου μα και όλης της ελληνικής δισκογραφίας ως σήμερα.
Ο Μαρκόπουλος συνθέτει, ενορχηστρώνει, διευθύνει μια λαμπρή ορχήστρα που αποτελείται από την αφρόκρεμα των Ελλήνων μουσικών και τραγουδιστών, και ταυτόχρονα σκηνοθετεί μια λαϊκή θεατρική παράσταση με κέφι, με ζωντάνια, με χιούμορ, πάνω στα εξαίρετα κείμενα του Κώστα Βίρβου που καυτηριάζει όλα τα κακώς κείμενα της εποχής του Κιλελέρ, τα οποία φευ ουδέποτε διορθώθηκαν σε βάθος.
Μην αφήσουμε να μας ξεγελάσει ο «σαματάς» που σκοπίμως κάνουν οι μουσικοί και οι τραγουδιστές σε πολλά από τα τραγούδια. Ο Μαρκόπουλος ξέρει ακριβώς τι μουσικό αποτέλεσμα θέλει να «εισπράξει» ο ακροατής ανά πάσα στιγμή, οι μουσικοί παίζουν με συνεχή μικρά και μεγαλύτερα σόλο όλων των οργάνων που κατά στιγμές σου κόβουν την ανάσα λόγω της αρτιότητας της εκτέλεσης ενίοτε ανορθόδοξων ή, καλύτερα, ασυνήθιστων μουσικών θεμάτων και οι τραγουδιστές βγάζουν τον καλύτερό τους εαυτό.
Παίζουν, λοιπόν, οι εξής σημαντικότατοι σολίστες μας:
Σε ορισμένα τραγούδια τραγουδά και ο Γιάννης Μαρκόπουλος και σε ένα ο Αριστείδης Μόσχος.
Αφιερώνω την παρουσίαση του δίσκου στη μνήμη του Παύλου Σιδηρόπουλου που έφυγε σαν σήμερα, στα 42 του, πριν από 21 χρόνια. Έκπληξη ήταν η συμμετοχή του σ’ αυτόν τον δίσκο. Ένας ροκάς τραγούδησε μέχρι και παραδοσιακά τραγούδια. Αλλά μήπως κι ο δίσκος ολόκληρος δεν ήταν μια πρώτου μεγέθους έκπληξη για την ελληνική δισκογραφία;
Πάμε, λοιπόν, ν’ ακούσουμε «το πιο πολύχρωμο έργο του Γιάννη Μαρκόπουλου» «σαν μικρά παιδιά, αφού ο τσιφλικάς και ο κολίγος είναι οι παππούδες μας…» Καλή μας ακρόαση!
Γιάννης Μαρκόπουλος & Κώστας Βίρβος, Το άλογο
Ερμηνεία:Χαράλαμπος Γαργανουράκης
Μάνα, με τ’ άλογο που ύφαινες
στον αργαλειό σου τόσα βράδια
σεργιάνι κλέφτικο με πήγαινες
μες στα κακόβραχα λιβάδια
Και νάνι του στην αγκαλιά
νανούριζες το γιο
«Να δω αφέντη τώρα για
και με δικό του βιο
Και νάνι του και νάνι του
γλυκά στην αγκαλιά
να ονειρευτώ να ονειρευτώ
τη λευτεριά»
Όταν αγκάθια με κυκλώνουνε
τ’ άλογο, μάνα μου, κοιτάζω
τα παραμύθια σου μ’ αντρειώνουνε
και τότε νιώθω πως σου μοιάζω
Και νάνι του στην αγκαλιά
νανούριζες το γιο
«Να δω αφέντη τώρα για
και με δικό του βιο
Και νάνι του και νάνι του
γλυκά στην αγκαλιά
να ονειρευτώ να ονειρευτώ
τη λευτεριά»
Πρόκειται για τον πλέον «πολύχρωμο» δίσκο του Γιάννη Μαρκόπουλου, ένα πανηγύρι γεμάτο ελληνικούς ρυθμούς, παιγνιώδη διάθεση, αιχμηρά τραγούδια, ολοζώντανες εικόνες από μια επαρχία που δεν είχε ακόμη «πλουτίσει» -των αρχών του 20ού αιώνα, μέσα από το μεγάλο χάρισμα του Κώστα Βίρβου να κάνει υψηλή τέχνη με τα πιο καθαρά υλικά μιας λαϊκότητας ζωντανής και πλούσιας.
Ο Μαρκόπουλος, σε μια σπάνια στιγμή «απελευθέρωσης» από μουσικές και εκφραστικές συμβάσεις, γράφει μια σειρά τραγουδιών πολλαπλών χρήσεων: με αυτά τραγουδάς, γελάς, μελαγχολείς, νανουρίζεις, ξεδίνεις, σκέφτεσαι. Ο «Θεσσαλικός κύκλος» κυκλοφόρησε σε διπλό βινύλιο, με ερμηνευτές ορισμένους από τους βασικούς συνεργάτες του συνθέτη – συν τον Παύλο Σιδηρόπουλο, ο οποίος δίπλα στον συνθέτη διέγραψε ως ερμηνευτής μια παράλληλη πορεία με εκείνη που τον έκανε ευρέως γνωστό.
Ο «Αρκουδιάρης», ο «Δάσκαλος», το «Παζάρι» είναι ορισμένα από τα τραγούδια που ακούστηκαν αρκετά στον καιρό τους και συνεχίζουν μέχρι σήμερα να ακούγονται. Στον πρόλογο του δίσκου ακούγεται η φωνή του Βασίλη Τσιτσάνη, που εύχεται καλή επιτυχία στον Γιάννη Μαρκόπουλο και τον Κώστα Βίρβο.
Ο συνθέτης στην πρώτη έκδοση του έργου, το 1974 σε LP, γράφει: «Στον “Θεσσαλικό κύκλο”, τη μουσική παράσταση, υπάρχουν δύο δυνάμεις. Ο τσιφλικάς και ο κολίγος. Οι εξαθλιωμένοι αγρότες των αρχών του αιώνα στη Θεσσαλία δεν έκαναν μια επανάσταση σαν αυτή του ’21. “Πέρασαν” όμως αρχές ελευθερίας και ισότητας εκβιάζοντας πάνω στο πιο αναγκαίο της ζωής: το ψωμί. Θα μπορούσατε να ακούσετε τον “Θεσσαλικό” σαν μικρά παιδιά, αφού ο τσιφλικάς και ο κολίγος είναι οι παππούδες μας…» Ο. Ι.
[Πηγή: εφημερίδα Καθημερινή]
Το άρθρο της εφημερίδας και ο συνθέτης τα λένε όλα. Αναμφίβολα με το έργο αυτό ξαναζούμε μερικές από τις ωραιότερες στιγμές του Γιάννη Μαρκόπουλου μα και όλης της ελληνικής δισκογραφίας ως σήμερα.
Ο Μαρκόπουλος συνθέτει, ενορχηστρώνει, διευθύνει μια λαμπρή ορχήστρα που αποτελείται από την αφρόκρεμα των Ελλήνων μουσικών και τραγουδιστών, και ταυτόχρονα σκηνοθετεί μια λαϊκή θεατρική παράσταση με κέφι, με ζωντάνια, με χιούμορ, πάνω στα εξαίρετα κείμενα του Κώστα Βίρβου που καυτηριάζει όλα τα κακώς κείμενα της εποχής του Κιλελέρ, τα οποία φευ ουδέποτε διορθώθηκαν σε βάθος.
Μην αφήσουμε να μας ξεγελάσει ο «σαματάς» που σκοπίμως κάνουν οι μουσικοί και οι τραγουδιστές σε πολλά από τα τραγούδια. Ο Μαρκόπουλος ξέρει ακριβώς τι μουσικό αποτέλεσμα θέλει να «εισπράξει» ο ακροατής ανά πάσα στιγμή, οι μουσικοί παίζουν με συνεχή μικρά και μεγαλύτερα σόλο όλων των οργάνων που κατά στιγμές σου κόβουν την ανάσα λόγω της αρτιότητας της εκτέλεσης ενίοτε ανορθόδοξων ή, καλύτερα, ασυνήθιστων μουσικών θεμάτων και οι τραγουδιστές βγάζουν τον καλύτερό τους εαυτό.
Παίζουν, λοιπόν, οι εξής σημαντικότατοι σολίστες μας:
Σε ορισμένα τραγούδια τραγουδά και ο Γιάννης Μαρκόπουλος και σε ένα ο Αριστείδης Μόσχος.
Αφιερώνω την παρουσίαση του δίσκου στη μνήμη του Παύλου Σιδηρόπουλου που έφυγε σαν σήμερα, στα 42 του, πριν από 21 χρόνια. Έκπληξη ήταν η συμμετοχή του σ’ αυτόν τον δίσκο. Ένας ροκάς τραγούδησε μέχρι και παραδοσιακά τραγούδια. Αλλά μήπως κι ο δίσκος ολόκληρος δεν ήταν μια πρώτου μεγέθους έκπληξη για την ελληνική δισκογραφία;
Πάμε, λοιπόν, ν’ ακούσουμε «το πιο πολύχρωμο έργο του Γιάννη Μαρκόπουλου» «σαν μικρά παιδιά, αφού ο τσιφλικάς και ο κολίγος είναι οι παππούδες μας…» Καλή μας ακρόαση!
Γιάννης Μαρκόπουλος & Κώστας Βίρβος, Ο λόγος (παραμύθι)
Αφήγηση:Βίκη Μοσχολιού
Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν ένας δράκος απού ’χε χίλια δόντια σουβλερά.
Αυτός ο δράκος, παιδιά μου, είχε ρημάξει τον τόπο. Του άρεσε να τρώει σάρκες από παλικάρια κι από λυγερόκορμες παρθένες. Τον βάραγαν τα παλικάρια κατάσαρκα, αλλά τίποτας. Αντίς να σκοτώνεται ο δράκος, έσπαγαν τα σπαθιά των παλικαριών.
Και πέρναγαν τα χρόνια κι ο δράκος ρήμαζε τον τόπο και πρήζονταν η κοιλιά του. Σ’ ένα χωριό, όμως, γεννήθηκε ένας λεβέντης, ένα ρηγόπουλο, που δεν μπόραγε να βλέπει τον τόπο τ’ να τον ρημάζουν και το δράκο να τρώει τις σάρκες των παιδιών. Σκέφτηκε, λοιπόν, χίλιες νύχτες και βρήκε ένα φάρμακο που το ’λεγαν λόγο.
«Αυτό», είπε, «θα το σπείρω και, όταν θα καρπίσει, θα ’χει τέτοιο δηλητήριο που, όταν θα το τρώει ο δράκος, θα του πέφτουν ένα-ένα τα δόντια.»
Και έτσι έγινε. Ύστερις από πολλά χρόνια κάρπισε το δέντρο που έβγανε το φάρμακο που το λέγαν λόγο. Πήραν τα παλικάρια απ’ το λόγο και πασάλειψαν τα κορμιά τους κι όταν ο δράκος πάγαινε να τα κατασπαράξει, του έπεφταν τα δόντια ώσπου δεν του έμεινε κανένα δόντι.
Τότες τον έπιασαν, τον έσυραν δεμένο στην πλατεία του χωριού κι εκεί ο πιο λεβέντης του ’δωσε μια σπαθιά και τον σκότωσε. Έτσι ησύχασε ο τόπος απ’ τον δράκο και τα παλικάρια κι οι λυγερές, αντίς να πασχίζουν πώς να εξοντώσουν το δράκο, έσπερναν, θέριζαν και τραγούδαγαν.
Πρόκειται για τον πλέον «πολύχρωμο» δίσκο του Γιάννη Μαρκόπουλου, ένα πανηγύρι γεμάτο ελληνικούς ρυθμούς, παιγνιώδη διάθεση, αιχμηρά τραγούδια, ολοζώντανες εικόνες από μια επαρχία που δεν είχε ακόμη «πλουτίσει» -των αρχών του 20ού αιώνα, μέσα από το μεγάλο χάρισμα του Κώστα Βίρβου να κάνει υψηλή τέχνη με τα πιο καθαρά υλικά μιας λαϊκότητας ζωντανής και πλούσιας.
Ο Μαρκόπουλος, σε μια σπάνια στιγμή «απελευθέρωσης» από μουσικές και εκφραστικές συμβάσεις, γράφει μια σειρά τραγουδιών πολλαπλών χρήσεων: με αυτά τραγουδάς, γελάς, μελαγχολείς, νανουρίζεις, ξεδίνεις, σκέφτεσαι. Ο «Θεσσαλικός κύκλος» κυκλοφόρησε σε διπλό βινύλιο, με ερμηνευτές ορισμένους από τους βασικούς συνεργάτες του συνθέτη – συν τον Παύλο Σιδηρόπουλο, ο οποίος δίπλα στον συνθέτη διέγραψε ως ερμηνευτής μια παράλληλη πορεία με εκείνη που τον έκανε ευρέως γνωστό.
Ο «Αρκουδιάρης», ο «Δάσκαλος», το «Παζάρι» είναι ορισμένα από τα τραγούδια που ακούστηκαν αρκετά στον καιρό τους και συνεχίζουν μέχρι σήμερα να ακούγονται. Στον πρόλογο του δίσκου ακούγεται η φωνή του Βασίλη Τσιτσάνη, που εύχεται καλή επιτυχία στον Γιάννη Μαρκόπουλο και τον Κώστα Βίρβο.
Ο συνθέτης στην πρώτη έκδοση του έργου, το 1974 σε LP, γράφει: «Στον “Θεσσαλικό κύκλο”, τη μουσική παράσταση, υπάρχουν δύο δυνάμεις. Ο τσιφλικάς και ο κολίγος. Οι εξαθλιωμένοι αγρότες των αρχών του αιώνα στη Θεσσαλία δεν έκαναν μια επανάσταση σαν αυτή του ’21. “Πέρασαν” όμως αρχές ελευθερίας και ισότητας εκβιάζοντας πάνω στο πιο αναγκαίο της ζωής: το ψωμί. Θα μπορούσατε να ακούσετε τον “Θεσσαλικό” σαν μικρά παιδιά, αφού ο τσιφλικάς και ο κολίγος είναι οι παππούδες μας…» Ο. Ι.
[Πηγή: εφημερίδα Καθημερινή]
Το άρθρο της εφημερίδας και ο συνθέτης τα λένε όλα. Αναμφίβολα με το έργο αυτό ξαναζούμε μερικές από τις ωραιότερες στιγμές του Γιάννη Μαρκόπουλου μα και όλης της ελληνικής δισκογραφίας ως σήμερα.
Ο Μαρκόπουλος συνθέτει, ενορχηστρώνει, διευθύνει μια λαμπρή ορχήστρα που αποτελείται από την αφρόκρεμα των Ελλήνων μουσικών και τραγουδιστών, και ταυτόχρονα σκηνοθετεί μια λαϊκή θεατρική παράσταση με κέφι, με ζωντάνια, με χιούμορ, πάνω στα εξαίρετα κείμενα του Κώστα Βίρβου που καυτηριάζει όλα τα κακώς κείμενα της εποχής του Κιλελέρ, τα οποία φευ ουδέποτε διορθώθηκαν σε βάθος.
Μην αφήσουμε να μας ξεγελάσει ο «σαματάς» που σκοπίμως κάνουν οι μουσικοί και οι τραγουδιστές σε πολλά από τα τραγούδια. Ο Μαρκόπουλος ξέρει ακριβώς τι μουσικό αποτέλεσμα θέλει να «εισπράξει» ο ακροατής ανά πάσα στιγμή, οι μουσικοί παίζουν με συνεχή μικρά και μεγαλύτερα σόλο όλων των οργάνων που κατά στιγμές σου κόβουν την ανάσα λόγω της αρτιότητας της εκτέλεσης ενίοτε ανορθόδοξων ή, καλύτερα, ασυνήθιστων μουσικών θεμάτων και οι τραγουδιστές βγάζουν τον καλύτερό τους εαυτό.
Παίζουν, λοιπόν, οι εξής σημαντικότατοι σολίστες μας:
Σε ορισμένα τραγούδια τραγουδά και ο Γιάννης Μαρκόπουλος και σε ένα ο Αριστείδης Μόσχος.
Αφιερώνω την παρουσίαση του δίσκου στη μνήμη του Παύλου Σιδηρόπουλου που έφυγε σαν σήμερα, στα 42 του, πριν από 21 χρόνια. Έκπληξη ήταν η συμμετοχή του σ’ αυτόν τον δίσκο. Ένας ροκάς τραγούδησε μέχρι και παραδοσιακά τραγούδια. Αλλά μήπως κι ο δίσκος ολόκληρος δεν ήταν μια πρώτου μεγέθους έκπληξη για την ελληνική δισκογραφία;
Πάμε, λοιπόν, ν’ ακούσουμε «το πιο πολύχρωμο έργο του Γιάννη Μαρκόπουλου» «σαν μικρά παιδιά, αφού ο τσιφλικάς και ο κολίγος είναι οι παππούδες μας…» Καλή μας ακρόαση!
Γιάννης Μαρκόπουλος & Κώστας Βίρβος, Βγήκε ο ήλιος