Μανόλης Αναγνωστάκης, Η απόφαση

Διαβάζει ο ποιητής.

Η απόφαση

Είστε υπέρ ή κατά;
Έστω απαντήστε μ’ ένα ναι ή μ’ ένα όχι.
Το έχετε το πρόβλημα σκεφτεί
Πιστεύω ασφαλώς πως σας βασάνισε
Τα πάντα βασανίζουν στη ζωή
Παιδιά γυναίκες έντομα
Βλαβερά φυτά χαμένες ώρες
Δύσκολα πάθη χαλασμένα δόντια
Μέτρια φιλμ. Κι αυτό σας βασάνισε ασφαλώς.
Μιλάτε υπεύθυνα λοιπόν. Έστω με ναι ή όχι.
Σ’ εσάς ανήκει η απόφαση.
Δε σας ζητούμε φυσικά να διακόψτε τη ζωή σας
Τις προσφιλείς εφημερίδες σας τις συζητήσεις
Στο κουρείο τις Κυριακές σας στα γήπεδα.
Μια λέξη μόνο. Εμπρός λοιπόν:
Είστε υπέρ ή κατά;
Σκεφθείτε το καλά. Θα περιμένω.

Από τη συλλογή Η συνέχεια 3 (1962) του Μανόλη Αναγνωστάκη

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Μανόλης Αναγνωστάκης

Μανόλης Αναγνωστάκης, Αφιέρωση

Διαβάζει ο ποιητής.

Αφιέρωση

Για τους ερωτευμένους που παντρεύτηκαν
Για το σπίτι που χτίστηκε
Για τα παιδάκια που μεγάλωσαν
Για τα πλοία που άραξαν
Για τη μάχη που κερδήθηκε
Για τον άσωτο που επέστρεψε

Για όλα όσα τέλειωσαν χωρίς ελπίδα πια.

Από τη συλλογή Η συνέχεια 3 (1962) του Μανόλη Αναγνωστάκη

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Μανόλης Αναγνωστάκης

Μανόλης Αναγνωστάκης, Τοπίο

Άνθρωποι

Ερειπωμένοι τοίχοι. Εγκατάλειψη.
Περασμένες μορφές κυκλοφορούνε αδιάφορα
Χρόνος παλιός χωρίς υπόσταση
Τίποτα πια δε θ’ αλλάξει δω μέσα.
Είναι μια ήρεμη σιωπή, μην περιμένεις απάντηση
Κάποια νύχτα μαρτιάτικη χωρίς επιστροφή,
Χωρίς νιότη, χωρίς έρωτα, χωρίς έπαρση περιττή.
Κάθε Μάρτη αρχίζει μιαν Άνοιξη.

Το βιβλίο σημαδεμένο στη σελίδα 16.
Το πρόγραμμα της συναυλίας για την άλλη Κυριακή.

Από τη συλλογή Παρενθέσεις (1956) του Μανόλη Αναγνωστάκη

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Μανόλης Αναγνωστάκης

Μανόλης Αναγνωστάκης, Άνθρωποι

Άνθρωποι

Ένα χώρο να σταθούμε ζητήσαμε, δίχως υποτιθέμενα προνόμια ή ξέχωρη αξία
Ένα αναγκαίον υστέρημα εις όλους περιττόν (κι η ευαισθησία σε τέτοιες στιγμές τι χρησιμεύει;)
Όπως λ.χ. ο Γιώργος Τάδε φίλος λυρικός ποιητής ποζάρει επιμελώς και πείσμων στα πάνω ράφια των επαρχιακών βιβλιοπωλείων
Όπως στο θερινό κινηματογράφο που δεν πειράζεται από τη νόηση των φιλησύχων ημερομισθίων της συνοικίας.
Είμαστε, συνεπώς, πολύ ικανοποιημένοι πιστεύοντας –οψίμως– ασυζητητί σε σοφότατα προγονικά αποφθέγματα.
Να πούμε το «ουκ εν τω πολλώ το ευ» ή «μηδέν άγαν» και τα παρόμοια
Ενδεδυμένοι ευπρεπώς με καινουργή υποδήματα και γραβάτες ημίμαυρες παρελθούσης νεότητος
Διηγούμαστε, εν κύκλω στενώ, πώς τη ζωή μας τυράννησε ένας άγονος έρωτας –πριν τόσα ή τόσα χρόνια– μια απασχόληση κι αυτό, να μην τον έχεις ακόμα ξεχάσει
Σε μια δεδομένη ηλικία δεν αρνιούμαστε πως γράψαμε και στίχους – ω νεότης! μ’ ένα χαμόγελο συγκαταβατικό
Ή διαβάσαμε την «Άννα Καρενίνα» σε μετάφραση αγνώστου κι άλλες μηδαμινότατες κοινοτοπίες.

Επιτέλους έναν χώρον απλούστατον, έστω 1×2, δίχως υποτιθέμενα προνόμια ή ξέχωρη αξία
Άνθρωποι χωρίς καμιά ιδιαίτερη ιδεολογία, όχι αισθαντικότητα, όχι απογοητευμένοι, άνθρωποι απλώς.

Από τη συλλογή Παρενθέσεις (1956) του Μανόλη Αναγνωστάκη

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Μανόλης Αναγνωστάκης

Μανόλης Αναγνωστάκης, Αντί να φωνασκώ…

Διαβάζει ο ποιητής.

Αντί να φωνασκώ…

Αντί να φωνασκώ και να συμφύρομαι
Με τους υπαίθριους ρήτορες και τους αγύρτες
–Μάντεις κακών και οραματιστές–
Όταν γκρεμίστηκε το σπίτι μου
Και σκάφτηκε βαθιά με τα υπάρχοντα
(Και δε μιλώ εδώ για χρήματα και τέτοια)
Πήρα τους δρόμους μοναχός σφυρίζοντας.
Ήτανε βέβαια μεγάλη η περιπέτεια
Όμως η πόλις φλέγονταν τόσο όμορφα
Ασύλληπτα πυροτεχνήματα ανεβαίνανε
Στον πράο ουρανό με διαφημίσεις
Αιφνίδιων θανάτων κι αλλαξοπιστήσεων.
Σε λίγο φτάσανε και τα μαντάτα πως
Κάηκαν όλα τα επίσημα αρχεία και βιβλιοθήκες
Οι βιτρίνες των νεωτερισμών και τα μουσεία
Όλες οι ληξιαρχικές πράξεις γεννήσεων
Και θανάτων –έτσι που πια δεν ήξερε
Κανείς αν πέθανε ή αν ζούσε ακόμα–
Όλα τα δούναι και λαβείν των μεσιτών
Από τους οίκους ανοχής τα βιβλιάρια των κοριτσιών
Τα πιεστήρια και τα γραφεία των εφημερίδων.
Εξαίσια νύχτα τελεσίδικη και μόνη
Οριστική (όχι καθόλου όπως οι λύσεις
Στα περιπετειώδη φιλμ).
Τίποτα δεν πουλιόταν πια.
Έτσι λαφρύς και περιττός πήρα τους δρόμους
Βρήκα την Κλαίρη βγαίνοντας
Απ’ τη Συναγωγή κι αγκαλιασμένοι
Κάτω απ’ τις αψίδες των κραυγών
Περάσαμε στην άλλη όχθη με τις τσέπες
Χωρίς πια χώματα, φωτογραφίες και τα παρόμοια.

Τίποτα δεν πουλιόταν πια.

Από τη συλλογή Η συνέχεια 2 (1956) του Μανόλη Αναγνωστάκη

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Μανόλης Αναγνωστάκης

Μανόλης Αναγνωστάκης, Το σκάκι

Μανόλης Αναγνωστάκης & Δημήτρης Παπαδημητρίου, Το σκάκι
(τραγούδι: Γεράσιμος Ανδρεάτος / δίσκος: Λόγω τιμής (1996))

Το σκάκι

Έλα να παίξουμε.
Θα σου χαρίσω τη βασίλισσά μου
(Ήταν για μένα μια φορά η αγαπημένη
Τώρα δεν έχω πια αγαπημένη)
Θα σου χαρίσω τους πύργους μου
(Τώρα πια δεν πυροβολώ τους φίλους μου
Έχουν πεθάνει καιρό πριν από μένα)
Κι ο βασιλιάς αυτός δεν ήτανε ποτέ δικός μου
Κι ύστερα τόσους στρατιώτες τι τους θέλω;
(Τραβάνε μπρος, τυφλοί, χωρίς καν όνειρα)
Όλα, και τ’ άλογά μου θα σ’ τα δώσω
Μονάχα ετούτον τον τρελό μου θα κρατήσω
Που ξέρει μόνο σ’ ένα χρώμα να πηγαίνει
Δρασκελώντας τη μια άκρη ως την άλλη
Γελώντας μπρος στις τόσες πανοπλίες σου
Μπαίνοντας μέσα στις γραμμές σου ξαφνικά
Αναστατώνοντας τις στέρεες παρατάξεις.

Κι αυτή δεν έχει τέλος η παρτίδα.

Από τη συλλογή Η συνέχεια (1954) του Μανόλη Αναγνωστάκη

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Μανόλης Αναγνωστάκης

Μανόλης Αναγνωστάκης, Κι ήθελε ακόμη…

Μανόλης Αναγνωστάκης & Θάνος Μικρούτσικος, Κι ήθελε ακόμη
(ερμηνεία: Μαρία Δημητριάδη / δίσκος: Τραγούδια της λευτεριάς (1978))

Κι ήθελε ακόμη…

Κι ήθελε ακόμη πολύ φως να ξημερώσει. Όμως εγώ
Δεν παραδέχτηκα την ήττα. Έβλεπα τώρα
Πόσα κρυμμένα τιμαλφή έπρεπε να σώσω
Πόσες φωλιές νερού να συντηρήσω μέσα στις φλόγες.
Μιλάτε, δείχνετε πληγές αλλόφρονες στους δρόμους
Τον πανικό που στραγγαλίζει την καρδιά σας σα σημαία
Καρφώσατε σ’ εξώστες, με σπουδή φορτώσατε το εμπόρευμα
Η πρόγνωσις σας ασφαλής: Θα πέσει η πόλις.

Εκεί, προσεχτικά, σε μια γωνιά, μαζεύω με τάξη,
Φράζω με σύνεση το τελευταίο μου φυλάκιο
Κρεμώ κομμένα χέρια στους τοίχους, στολίζω
Με τα κομμένα κρανία τα παράθυρα, πλέκω
Με κομμένα μαλλιά το δίχτυ μου και περιμένω.

Όρθιος και μόνος σαν και πρώτα περιμένω.

Από τη συλλογή Η συνέχεια (1954) του Μανόλη Αναγνωστάκη

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Μανόλης Αναγνωστάκης

Μανόλης Αναγνωστάκης, Έπρεπε…

Έπρεπε…

Έπρεπε –δεν έπρεπε– την τρίτη μέρα να ξαναγεννηθεί
(Δε σημαίνει πως ένας θάνατος ακόμη λιγοστεύει τη ζωή)
Άλλωστε τόσες μανάδες τον καρτερούσαν τόσες γυναίκες
Έπλεκαν τα μακριά μαλλιά τους με σπάνια αρώματα και χρυσαφικά.
Σιωπώντας τόσους αιώνες γνώριζε πια σοφά την αδημονία του αναμενόμενου
Κάτι πιο στέρεο από τα όνειρα που διαψεύδονται τα ξημερώματα
Κάτι σαν αυτό που λέμε Αύριο ή ζηλεύουμε στο γείτονα
Αυτό που δε μας ανήκει και το ανακαλύπτουμε σε ξένα χέρια
Πρόθυμοι πάντα ν’ αρνηθούμε το πρόσωπο που μας δωρήθηκε.
Γνώριζε τώρα πως ήρθε η στιγμή να γίνει ο ζεστός καθρέφτης
Παραλλάζοντας τις μορφές, αντανακλώντας ψεύτικες παραστάσεις
Χαμογελώντας πάνω στα κρεβάτια, δείχνοντας την προσιτή οδό
Ήρθε η στιγμή της πιο πικρής θυσίας: στα χέρια σοφών τυμβωρύχων,
Υστερικών πορνών και τρυφερών νηπίων
Ήρθε η στιγμή – φοβήθηκε στα μάτια να μας αντικρίσει
Μαντεύοντας την άρνηση που ρυτίδωνε τα πρόσωπά μας
Κι εμπρός στο πλήθος τίναξε τα σκονισμένα ρούχα του
Βούλιαξε μέσα στο στήθος του τη βεβαιότητα τόσων αιώνων που έρχονταν
Κι άνοιξε τρέμοντας τις παλάμες του με τα σημάδια των καρφιών.

(Κι έτσι τελείωσε. Όχι για μας που είχε από μέρες τελειώσει
Λαμπρή και μεγαλόπρεπη η Μόνη Στιγμή
Όταν μπροστά στο δήμιο που τόλμησε το «Τί εστιν…»
Εκείνος, πλήρης και άφθαρτος, δε μίλησε, απελθών).

Από τη συλλογή Η συνέχεια (1954) του Μανόλη Αναγνωστάκη

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Μανόλης Αναγνωστάκης

Μανόλης Αναγνωστάκης, Εκεί…

Εκεί…

Εκεί θα τα βρεις.

Κάποιο κλειδί
Που θα πάρεις
Μονάχα εσύ θα πάρεις
Και θα σπρώξεις την πόρτα
Θ’ ανοίξεις το δωμάτιο
Θ’ ανοίξεις τα παράθυρα στο φως
Ζαλισμένα τα ποντίκια θα κρυφτούν
Οι καθρέφτες θα λάμψουν
Οι γλόμποι θα ξυπνήσουν απ’ τον άνεμο
Εκεί θα τα βρεις
Κάπου – απ’ τις βαλίτσες και τα παλιοσίδερα
Απ’ τα κομμένα καρφιά, δόντια σκισμένα,
Καρφίτσες στα μαξιλάρια, τρύπιες κορνίζες,
Μισοκαμένα ξύλα, τιμόνια καραβιών.
Θα μείνεις λίγο μέσα στο φως
Ύστερα θα σφαλίσεις τα παράθυρα
Προσεχτικά τις κουρτίνες
Ξεθαρρεμένα τα ποντίκια θα σε γλείφουν
Θα σκοτεινιάσουν οι καθρέφτες
Θ’ ακινητήσουν οι γλόμποι
Και συ θα πάρεις το κλειδί
Και με κινήσεις βέβαιες χωρίς τύψεις
Θ’ αφήσεις να κυλήσει στον υπόνομο
Βαθιά-βαθιά μες στα πυκνά νερά.

Τότε θα ξέρεις.

(Γιατί η ποίηση δεν είναι ο τρόπος να μιλήσουμε,
αλλά ο καλύτερος τοίχος να κρύψουμε το πρόσωπό μας.)

Από τη συλλογή Η συνέχεια (1954) του Μανόλη Αναγνωστάκη

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Μανόλης Αναγνωστάκης

Μανόλης Αναγνωστάκης, Αυτοί δεν είναι οι δρόμοι…

Διαβάζει ο ποιητής.

Αυτοί δεν είναι οι δρόμοι…

Αυτοί δεν είναι οι δρόμοι που γνωρίσαμε
Αλλότριο πλήθος έρπει τώρα στις λεωφόρους
Αλλάξαν και των προαστίων οι ονομασίες
Υψώνονται άσυλα στα γήπεδα και στις πλατείες.
Ποιος περιμένει την επιστροφή σου; Εδώ οι επίγονοι
Λιθοβολούν τους ξένους, θύουν σ’ ομοιώματα,
Είσαι ένας άγνωστος μες στο άγνωστο εκκλησίασμα
Κι από τον άμβωνα αφορίζουνε τους ξένους
Ρίχνουνε στους αλλόγλωσσους κατάρες.
Εσύ στους σκοτεινούς διαδρόμους χώσου
Στις δαιδαλώδεις κρύπτες που δεν προσεγγίζει
Ούτε φωνή αγριμιού ή ήχος τυμπάνου∙
Εκεί δε θα σε βρουν. Γιατί αν σ’ αφορίσουν
Κάποιοι –αναπόφευκτα– στα χείλη τους θα σε προφέρουν
Οι σκέψεις σου θ’ αλλοιωθούν, θα σου αποδώσουν
Ψιθυριστά προθέσεις, θα σε υμνήσουν.
Με τέτοιες προσιτές επιτυχίες θα ηττηθείς.
Τεντώσου απορρίπτοντας των λόγων σου την πανοπλία
Κάθε εξωτερικό περίβλημά σου περιττό
Και της Σιωπής το μέγα διάστημα, έτσι,
Τεντώσου να πληρώσεις συμπαγής.

Από τη συλλογή Η συνέχεια (1954) του Μανόλη Αναγνωστάκη

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Μανόλης Αναγνωστάκης

Μανόλης Αναγνωστάκης, Η αγάπη είναι ο φόβος…

Διαβάζει ο ποιητής.

Η αγάπη είναι ο φόβος…

Η αγάπη είναι ο φόβος που μας ενώνει με τους άλλους.
Όταν υπόταξαν τις μέρες μας και τις κρεμάσανε σα δάκρυα
Όταν μαζί τους πεθάνανε σε μιαν οικτρή παραμόρφωση
Τα τελευταία μας σχήματα των παιδικών αισθημάτων
Και τι κρατά τάχα το χέρι που οι άνθρωποι δίνουν;
Ξέρει να σφίγγει γερά εκεί που ο λογισμός μας ξεγελά
Την ώρα που ο χρόνος σταμάτησε και η μνήμη ξεριζώθηκε
Σα μιαν εκζήτηση παράλογη πέρα από κάθε νόημα;
(Κι αυτοί γυρίζουν πίσω μια μέρα χωρίς στο μυαλό μια ρυτίδα
Βρίσκουνε τις γυναίκες τους και τα παιδιά τους μεγάλωσαν
Πηγαίνουνε στα μικρομάγαζα και στα καφενεία της συνοικίας
Διαβάζουνε κάθε πρωί την εποποιία της καθημερινότητας).
Πεθαίνουμε τάχα για τους άλλους ή γιατί έτσι νικούμε τη ζωή
Ή γιατί έτσι φτύνουμε ένα-ένα τα τιποτένια ομοιώματα
Και μια στιγμή στο στεγνωμένο νου τους περνά μιαν ηλιαχτίδα
Κάτι σα μια θαμπήν ανάμνηση μιας ζωικής προϊστορίας.
Φτάνουμε μέρες που δεν έχεις πια τι να λογαριάσεις
Συμβάντα ερωτικά και χρηματιστηριακές επιχειρήσεις
Δε βρίσκεις καθρέφτες να φωνάξεις τ’ όνομά σου
Απλές προθέσεις ζωής διασφαλίζουν μιαν επικαιρότητα
Ανία, πόθοι, όνειρα, συναλλαγές, εξαπατήσεις
Κι αν σκέφτομαι είναι γιατί η συνήθεια είναι πιο προσιτή από την τύψη.

Μα ποιος θα ’ρθει να κρατήσει την ορμή μιας μπόρας που πέφτει;
Ποιος θα μετρήσει μια-μια τις σταγόνες πριν σβήσουν στο χώμα;
Πριν γίνουν ένα με τη λάσπη σαν τις φωνές των ποιητών;
Επαίτες μιας άλλης ζωής της Στιγμής λιποτάχτες
Ζητούνε μια ώρα απρόσιτη τα σάπια τους όνειρα.

Γιατί η σιωπή μας είναι ο δισταγμός για τη ζωή και το θάνατο.

Από τη συλλογή Εποχές 3 (1951) του Μανόλη Αναγνωστάκη

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Μανόλης Αναγνωστάκης

Μανόλης Αναγνωστάκης, Επίλογος (από τη συλλογή «Εποχές 3»)

Μανόλης Αναγνωστάκης & Μίκης Θεοδωράκης, Οι στίχοι αυτοί
(τραγούδι: Μαργαρίτα Ζορμπαλά / δίσκος: Μπαλάντες (1975))

Επίλογος

Οι στίχοι αυτοί μπορεί και να ’ναι οι τελευταίοι
Οι τελευταίοι στους τελευταίους που θα γραφτούν
Γιατί οι μελλούμενοι ποιητές δε ζούνε πια
Αυτοί που θα μιλούσανε πεθάναν όλοι νέοι.
Τα θλιβερά τραγούδια τους γενήκανε πουλιά
Σε κάποιον άλλο ουρανό που λάμπει ξένος ήλιος
Γενήκαν άγριοι ποταμοί και τρέχουνε στη θάλασσα
Και τα νερά τους δεν μπορείς να ξεχωρίσεις.
Στα θλιβερά τραγούδια τους φύτρωσε ένας λωτός
Να γεννηθούμε στο χυμό του εμείς πιο νέοι.

Από τη συλλογή Εποχές 3 (1951) του Μανόλη Αναγνωστάκη

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Μανόλης Αναγνωστάκης

Μανόλης Αναγνωστάκης, Αν θυμούμαι…

Αν θυμούμαι…

Αν θυμούμαι, δεν είναι που νικήθηκα
Δεν είναι που επιδίωξα μιαν αγοραία λύση
Όλα συγκλίνουνε μπροστά σ’ εκείνο που έρχεται
Αδιάλειπτο, ανεξίτηλο, στίγμα στο πρόσκαιρο.
Να ξεχωρίσεις, αν υπάρχει, μια Στιγμή
Σ’ αλλεπάλληλων χρόνων στείρα διαιώνιση
Για κείνο που έρχεται, φραγμός σε μια παράταση,

Σαν περιζήτητη αμοιβή φτηνής ζωής.

Από τη συλλογή Εποχές 3 (1951) του Μανόλη Αναγνωστάκη

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Μανόλης Αναγνωστάκης

Έγκλειστες συναντήσεις (2008): άνοιξη

Μανόλης Αναγνωστάκης & Μίκης Θεοδωράκης, Όταν μιαν άνοιξη
(τραγούδι: Μαργαρίτα Ζορμπαλά / δίσκος: Μπαλάντες (1975))

άνοιξη

Η φύση ξύπνησε
Τα μάτια της φούσκωσαν
Ματωμένες παπαρούνες
Μισάνοιχτα τα πέταλα της μυγδαλιάς
Λύτρωση
Ανάταση
Ζωντάνεμα ψυχής

Από τη συλλογή έγκλειστες συναντήσεις (2008) ανήλικων κρατουμένων στις δικαστικές φυλακές Διαβατών Θεσσαλονίκης

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Ανήλικοι κρατούμενοι στις δικαστικές φυλακές Διαβατών Θεσσαλονίκης

Μανόλης Αναγνωστάκης, Αισθηματικό διήγημα

Διαβάζει ο ποιητής.

Αισθηματικό διήγημα

Στον Κώστα Κουλουφάκο

Ο πατέρας του του ’λεγε: «Βρε δε θα φτιάξεις εσύ το ρωμέικο…»
Προς στιγμήν πίστεψε κι αυτός, σχεδόν παιδί, πως θα το φτιάξει
(Τριάντα χρόνια τώρα, παλιά χρόνια, ποιος τα θυμάται…)
Αλλά το πρακτικό παράδειγμα το ’δωσε ο μεγάλος αδερφός
Επίδοξος σωτήρας κι αυτός κάποτε, πολύ νωρίς ανανήψας
Ή μάλλον προώρως λογικευθείς, υπουργικός κατόπιν ιδιαίτερος
Σε παραγωγικό υπουργείο με ευρύ κύκλο ιδιωτικών εργασιών.
Κι αυτός, πιστός υιός και αδερφός σκέφτηκε, ξανασκέφτηκε,
Είδε τα λάθη, διέγνωσε προδοσίες, ζύγισε τα υπέρ και τα κατά
Μίλησε τέλος για εγκλήματα και για ξένους δακτύλους
–Είχαν αρχίσει άλλωστε λίγο-πολύ τα πράγματα να σφίγγουν–
Πάντα ξυπνό μυαλό δεν ήθελε πολύ να διαλέξει.
Όχι βέβαια πως ο Μάκης θα ’σωζε τότε το ρωμέικο
Εδώ δεν το ’σωσε ο … ή ο … μη λέμε τώρα ονόματα,
Αλλά, βρε αδελφέ, πώς να το κάνουμε, κάποτε ήπιαμε μαζί κρασί,
Χωθήκαμε στη οδό Αρριανού κυνηγημένοι από τους πεταλάδες,
Φιλήσαμε τα ίδια κορίτσια, αλλάξαμε σύνθημα και παρασύνθημα
(Πολύ ρομάντζο όλα αυτά, συναισθηματικά, λες δεν το ξέρω,
Κι η ζωή θέλει σκληρότητα –μένα μου λες– και «ρεαλισμό» κυρίως)

Και τώρα

Εσύ πάλι από μέσα κι ο Μάκης πάλι απ’ όξω
(Έτσι χοντρά-χοντρά) παράγων πια τρανός της καταστάσεως
–όπως, εδώ που τα λέμε, της κάθε μέχρι τώρα καταστάσεως–
Να γίνεις, λέει, Έλλην, να βάλεις μυαλό, να γίνεις χρήσιμος
Κι εσύ μια φορά στην κοινωνία, να δουλέψεις γι’ αυτή τη δόλια την πατρίδα
Και να σου δίνει συμβουλές εν ονόματι της παλιάς παλιάς φιλίας και του «… για θυμήσου».

(Επιμένω να διηγούμαι και μάλιστα πολύ ωμά, πράγματα που τα ξέρετε όλοι
Που τα ’πα και τα ξανάπαν κι άλλοι πιο πριν πολύ καλύτερα από μένα
Πράγματα ανιαρά, που δεν κινούν πια διόλου το ενδιαφέρον σας
Όπως η δολοφονία της Σάρον Τέιτ π.χ. ή οι γάμοι της Τζάκυ ή το ψυγείο «Κελβινέιτορ».)

Από τη συλλογή Ο στόχος (1970) του Μανόλη Αναγνωστάκη

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Μανόλης Αναγνωστάκης

Μανόλης Αναγνωστάκης, Όταν αποχαιρέτησα…

Μανόλης Αναγνωστάκης & Θάνος Μικρούτσικος, Όταν αποχαιρέτησα τους φίλους μου
(τραγούδι: Μαρία Δημητριάδη / δίσκος: τραγούδια της λευτεριάς (1978))

Όταν αποχαιρέτησα…

Όταν αποχαιρέτησα τους φίλους
Σ’ αυτή τη γη ξεχάστηκεν η μέρα
Κι οι νύχτες εναλλάσσονταν με νύχτες.

Πώς να μιλήσω; Το πλήθος δάμαζε
Τους δημεγέρτες και τους πλάνους. Με στιλέτα
Καρφώναν τα δικά μου λόγια. Πώς να μιλήσω
Όταν στήνονταν μυστικές αγχόνες
Σε κάθε πόρτα ενεδρεύοντας τον ύπνο
Και τόσα πού να στοιβαχτούνε γεγονότα
Τόσες μορφές να ξαναγίνουν αριθμοί
Πώς να εξηγήσω πιο απλά τι ήταν ο Ηλίας
Η Κλαίρη, ο Ραούλ, η οδός Αιγύπτου
Η 3η Μαΐου, το τραμ 8, η «Αλκινόη»
Το σπίτι του Γιώργου, το αναρρωτήριο.
Θα σου μιλήσω πάλι ακόμα με σημάδια
Με σκοτεινές παραβολές με παραμύθια
Γιατί τα σύμβολα είναι πιο πολλά απ’ τις λέξεις
Ξεχείλισαν οι περιπέτειες οι ιδιωτικές
Το άψογο πρόσωπο της Ιστορίας θολώνει
Αρχίζει μια καινούρια μέρα που κανείς δεν τη βλέπει
Και δεν την υποψιάζεται ακόμα
Όμως έχει τρυπώσει μες στις ραφές της καρδιάς

Στα καφενεία και στα χρηματιστήρια
Στις βροχερές ώρες, στ’ άδεια πάρκα, στα μουσεία
Μέσα στα σπουδαστήρια και στα μαγαζιά
Αλλάζει τη σύνθεση της ατμοσφαίρας
Τη γεύση του φιλιού, τη πολυτέλεια της αμαρτίας
Το χυμισμό του κυττάρου, την ορμή της μπόρας.
Έχει στηθεί η σκηνή μα δε φωτίζουν οι προβολείς
Κι όλα τα πρόσωπα είν’ εδώ –αντάξια του δράματος–
Γενεές γενεών υποκριτές: η θλιβερά ερωμένη
Ο άνθρωπος με το χαμόγελο, ο επίορκος
Τα κουδουνάκια του τρελού, κάθε κατώτερη ράτσα
Άρχοντες και πληβείοι και αυτοτιμωρούμενοι.

Πώς τόσα πρόσωπα να γίνουν αριθμοί
Και τόσα γεγονότα απλά βιβλία
Χωρίς την επινόηση νέας διάταξης στοιχείων
Χωρίς τη νέα μύηση που θα σαρώσει την αυλαία
Σκίζοντας βίαια στα δυο το σάπιο μήλο
Να επιστρέψουν τ’ άγια στους σκύλους, τα βρέφη στις μήτρες

Κι όρθια η Πράξη σαν αλεξικέραυνο.

9η Θερμιδώρ 1955

Από τη συλλογή Η συνέχεια 2 (1956) του Μανόλη Αναγνωστάκη

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Μανόλης Αναγνωστάκης

Μανόλης Αναγνωστάκης, Μιλώ…

Μανόλης Αναγνωστάκης & Μίκης Θεοδωράκης, Μιλώ
(τραγούδι: Μαρία Φαραντούρη / δίσκος: Νύχτα θανάτου (1974))

Μιλώ…

Μιλώ για τα τελευταία σαλπίσματα των νικημένων στρατιωτών
Για τα τελευταία κουρέλια από τα γιορτινά μας φορέματα
Για τα παιδιά μας που πουλάν τσιγάρα στους διαβάτες
Μιλώ για τα λουλούδια που μαραθήκανε στους τάφους και τα σαπίζει η βροχή
Για τα σπίτια που χάσκουνε δίχως παράθυρα σαν κρανία ξεδοντιασμένα
Για τα κορίτσια που ζητιανεύουνε δείχνοντας στα στήθια τις πληγές τους
Μιλώ για τις ξυπόλητες μάνες που σέρνονται στα χαλάσματα
Για τις φλεγόμενες πόλεις τα σωριασμένα κουφάρια στους δρόμους
Τους μαστροπούς ποιητές που τρέμουνε τις νύχτες στα κατώφλια
Μιλώ για τις ατέλειωτες νύχτες όταν το φως λιγοστεύει τα ξημερώματα
Για τα φορτωμένα καμιόνια και τους βηματισμούς στις υγρές πλάκες
Για τα προαύλια των φυλακών και για το δάκρυ των μελλοθανάτων.

Μα πιο πολύ μιλώ για τους ψαράδες
Π’ αφήσανε τα δίχτυα τους και πήρανε τα βήματά Του
Κι όταν Αυτός κουράστηκε αυτοί δεν ξαποστάσαν
Κι όταν Αυτός τους πρόδωσε αυτοί δεν αρνηθήκαν
Κι όταν Αυτός δοξάστηκε αυτοί στρέψαν τα μάτια
Κι οι σύντροφοί τούς φτύνανε και τους σταυρώναν
Κι αυτοί, γαλήνιοι, το δρόμο παίρνουνε π’ άκρη δεν έχει
Χωρίς το βλέμμα τους να σκοτεινιάσει ή να λυγίσει

Όρθιοι και μόνοι μες στη φοβερή ερημία του πλήθους.

Από τη συλλογή Η συνέχεια 2 (1956) του Μανόλη Αναγνωστάκη

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Μανόλης Αναγνωστάκης

Μανόλης Αναγνωστάκης, Κάτω απ’ τις ράγες…

Διαβάζει ο ποιητής.

Κάτω απ’ τις ράγες…

Κάτω απ’ τις ράγες του τρένου
Κάτω από τις γραμμές του βιβλίου
Κάτω από τα βήματα των στρατιωτών

Όταν όλα περάσουν – πάντα σε περιμένω.

Πέρασαν από τότε πολλά τρένα
Κι άλλα πολλά βιβλία θα διαβαστούν
Κι άλλοι στρατιώτες το ίδιο θα πεθάνουν.

Κάτω από κάθε τι που σου σκεπάζει τη ζωή
Όταν όλα περάσουν –
Σε περιμένω.

Από τη συλλογή Η συνέχεια 3 (1962) του Μανόλη Αναγνωστάκη

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Μανόλης Αναγνωστάκης