Διονύσιος Σολωμός & Μάνος Χατζιδάκις, Το όνειρο

Το όνειρο

Μουσική: Μάνος Χατζιδάκις
Ποίηση: Διονύσιος Σολωμός
Τραγούδι: Δημήτρης Ψαριανός
Δίσκος: Ο Μεγάλος Ερωτικός (1972)

Άκου έν’ όνειρο, ψυχή μου,
Και της ομορφιάς θεά∙
Μου εφαινότουν οπώς ήμουν
Μετ’ εσένα μία νυχτιά.

Σ’ ένα ωραίο περιβολάκι
Περπατούσαμε μαζί,
Όλα ελάμπανε τ’ αστέρια
Και τα κοίταζες εσύ.

Εγώ τ’ σο’ ’λεα: «Πέστε, αστέρια,
Είν’ κανέν’ από τ’ εσάς,
Που να λάμπει από κει απάνου
Σαν τα μάτια της κυράς;

Πέστε αν είδετε ποτέ σας
Σ’ άλλη, τέτοια ωραία μαλλιά,
Τέτοιο χέρι, τέτοιο πόδι,
Τέτοια αγγελική θωριά;

[…]

Εσύ έκαμες ετότες
Γέλιο τόσο αγγελικό,
Που μου φάνηκε πως είδα
Ανοιχτό τον ουρανό.

Και παράμερα σ’ επήρα
Εισέ μια τρανταφυλλιά
Κι έπεσά σου αγάλι αγάλι
Στην ολόλευκη αγκαλιά.

Κάθε φίλημα, ψυχή μου,
Όπου μο’ ’δινες γλυκά,
Εξεφύτρωνε άλλο ρόδο
Από την τρανταφυλλιά.

Όλη νύχτα εξεφυτρώσαν,
Ως οπού ’λαμψεν η αυγή,
Που μας ηύρε και τους δυο μας
Με την όψη μας χλωμή.

Τούτο είν’ τ’ όνειρο, ψυχή μου∙
Τώρα στέκεται εις εσέ,
να το κάμεις ν’ αληθέψει
και να θυμηθείς για με.

Advertisement

Γιώργος Θέμελης: Ηλιοσκόπιο, 2

Αφιέρωμα της ΕΡΤ1 στον Διονύσιο Σολωμό

Ηλιοσκόπιο

Σχεδιάσματα

2

Στοχάσου, το δίχως άλλο, μαζί με τα λόγια και τα κόκαλα τα ιερά των Ελλήνων και των Ανθρώπων, των όσων είχαν και τ’ άφησαν στα καταλύματα της Καρτερίας.
Αντέχουν τα κόκαλα. Στήνουν το ανάστημα. Στηρίζουν τη σκαλωσιά…

Θυμήσου το:

Απ’ τα κόκαλα βγαλμένη

μαζί με το:

Εκεί μέσα εκατοικούσες

Αντίς το:

Πικραμένη, εντροπαλή

να βάλεις:

Ακατάλυτη, πυκνή,

κλείνοντας με το:

Έλα πάλι, να σου πει.

Πρέπει να γίνει επιστροφή από το τότε στο τώρα, ωσάν Ανακομιδή ή Ανάκληση νεκρών, που δεν πεθάναν.
Αλλιώς δε θάβρεις πουθενά ψυχή να χτίσεις την κατοικία της. Οι ζώντες οι περιλειπόμενοι της Οικουμένης του αιώνα τούτου της Φτέρνας και της Γροθιάς, όπου το τεχνητό τριαντάφυλλο, το φονικό χαμόγελο, ανθούν στο ίδιο περιβόλι, δεν είναι κατοικήσιμοι.
Άλλος δεν έχει μάτια να φανεί· άλλος αναζητεί τα χαμένα του δάκρυα· άλλος αλλού το σώμα, αλλού η σκιά. Και δεν μπορούν ν’ ανταμωθούν ή ν’ αγαπήσουν.
Δεν έχουν το Λόγο, δεν έχουν το Θεό τους.
Και σκουντουφλούν, πέφτουν ο ένας πάνω στον άλλο, γυρεύοντας το δίκιο τους μ’ απόκρυφα εγχειρίδια.
Ποιος ο φταίχτης, ποιος ο αδικημένος, κανείς δεν ξέρει. Και μάρτυρες δεν υπάρχουν. Ο καθείς και μάρτυρας του εαυτού του: μάρτυρας και καταδότης.
Και ποιος να βάλει το χέρι του ή το ζυγό του, ποιος Θεός!
Είναι ταμένοι από πριν. Για τούτο έρχονται και τίκτονται: για να πέσουν να πεθάνουν. Είναι φθινοπωρινοί.

Κι οι Ποιητές, ως να σηκώνουν πάνω τους το μίασμα μιας αμαρτίας κρυφής κι ανομολόγητης,
Αλλήθωροι, σημαδιακοί, με τo ’να μάτι κοιτάζοντας, με τ’ άλλο βλέποντας,
Δεν βρίσκουν άνθρωπο στον άνθρωπο να μιλήσουν, ψυχή στην ψυχή.
Οι δρόμοι αδειάζουν στο πέρασμά τους…

Ώσπου ν’ αλλάξει ο Καιρός, να το γυρίσει Μελτέμι, αυτό που το λένε Μπουκαδούρα, να προχωρήσει η πτήση των φτερών που πιάστηκαν στη Νηνεμία κι έπηξε το φως, και να βαθύνει η Ανασαιμιά.

Κόκαλα είναι όλα, τα εγκαταλειμμένα πίσω κόκαλα των πραγμάτων, σκόρπια παντού, εδώ κι εκεί, ξηρά, μα φυλάγοντας μέσα τους, άθραυστοι νάρθηκες, την παλιά κλεμμένη σπίθα την ακοίμητη.

Εφάρμοζε λοιπόν την Ανακομιδή και την Ανάκληση, ωσάν τελετή, ωσάν το Όγδοο Μυστήριο.

Τα κόκαλα, ξέρεις, ακούν, κι οι παλιοί νεκροί αποκρίνονται, όταν τους φωνάζεις με καθαρή φωνή και ακέραιη λέξη.
Τους μιλάς τη γλώσσα τους.
Κωφεύουν μονάχα στους τραυλούς, στους άγλωσσους λόγιους και στους κωφάλαλους.

Να προσέχεις πολύ την άρθρωση, και να βρίσκεις τη σωστή λέξη, την άμεση, την αναφωνητική, οπού ν’ ανακαλεί μεμιάς και ν’ ανασταίνει, γεμίζοντας την Απουσία.

Π.χ.

Ω τρακόσιοι! σηκωθείτε

Ή

Και εσύ αθάνατη, εσύ θεία,
Που ό,τι θέλεις ημπορείς,

Κράζοντας πίσω την Ψυχή με τ’ όνομά της: Ελευθερία, ν’ ακούσει.

Από το ποιητικό βιβλίο Ηλιοσκόπιο (1971) του Γιώργου Θέμελη

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Γιώργος Θέμελης

Η ημέρα της Λαμπρής (Διονύσιος Σολωμός)

Διονύσιος Σολωμός & Νίκος Ξυδάκης, Η ημέρα της Λαμπρής
(δίσκος: Προς τον κύριον Γεώργιον Δε Ρώσση (1990))

Η ημέρα της Λαμπρής

1.

Καθαρώτατον ήλιο επρομηνούσε
Της αυγής το δροσάτο ύστερο αστέρι,
Σύγνεφο, καταχνιά, δεν απερνούσε
Τ’ ουρανού σε κανένα από τα μέρη∙
Και από ’κει κινημένο αργοφυσούσε
Τόσο γλυκό στο πρόσωπο τ’ αέρι,
Που λες και λέει μες στης καρδιάς τα φύλλα:
Γλυκειά η ζωή κι ο θάνατος μαυρίλα.

2.

Χριστός Ανέστη! Νέοι, γέροι και κόρες,
Όλοι, μικροί μεγάλοι, ετοιμαστήτε∙
Μέσα στες εκκλησίες τες δαφνοφόρες
Με το φως της χαράς συμμαζωχτήτε∙
Ανοίξτε αγκαλιές ειρηνοφόρες
Ομπροστά στους Αγίους και φιληθήτε∙
Φιληθήτε γλυκά χείλη με χείλη,
Πέστε: Χριστός Ανέστη, εχθροί και φίλοι.

Δάφνες εις κάθε πλάκα έχουν οι τάφοι.
Και βρέφη ωραία στην αγκαλιά οι μανάδες∙
Γλυκόφωνα κοιτώντας τες ζωγραφι-
σμένες εικόνες, ψάλλουνε οι ψαλτάδες∙
Λάμπει το ασήμι, λάμπει το χρυσάφι,
Από το φως που χύνουνε οι λαμπάδες∙
Κάθε πρόσωπο λάμπει απ’ τ’ αγιοκέρι,
Οπού κρατούνε οι Χριστιανοί στο χέρι.

XXII.

Βγαίνει, γιατί στα σωθικά του ανάφτει,
Και για πρώτο απαντά τον νεκροθάφτη.

XXIII.

Κανείς δεν του μιλεί, και δεν του δίνει
Το φιλί το γλυκό που φέρνει ειρήνη.

XXIV.

Πάντα χτυπάει, σαν νάλπιζε εκεί κάτω
Ν’ αγροικηθή στης κόλασης τον πάτο.

Σημείωση: Μέρος του αποσπάσματος εδημοσιεύτηκε το 1853 στο έργο του Γρασσέτη «Grammatica della lingua greca moderna seguita da un dialogo sopra la lingua e da un discorso sulla metrica». Αναδημοσιεύτηκε η πρώτη στροφή στην έκδ. Ρωσσολίμου και ολόκληρο αναδημοσιεύτηκε στην έκδ. Τερζάκη απ’ όπου το παίρνουμε.

Πηγή: Διονυσίου Σολωμού άπαντα τα ευρισκόμενα ελληνικά ποιήματα με τον διάλογον και τα προλεγόμενα του Ιακώβου Πολυλά (εκδόσεις Δαμιανού, Αθήναι (στο βιβλίο δεν αναφέρεται το έτος έκδοσης))

Translatum: Favourite PoetryΔιονύσιος Σολωμός