Μ' αρέσουν τα ποιήματα που ζουν στο δρόμο, έξω απ' τα βιβλία: αυτά που τουρτουρίζουν στις γωνιές κι όλο καπνίζουν σαν φουγάρα· που αναβοσβήνουν, μες στη νύχτα, σαν Χριστουγεννιάτικα λαμπάκια… [Νίκος Χουλιαράς]
Μουσική:Δήμητρα Γαλάνη Στίχοι:Λίνα Νικολακοπούλου Τραγούδι:Δήμητρα Γαλάνη Δίσκος:Ανάσα η τέχνη της καρδιάς(1995)
Έφυγα γιατί έπρεπε να μείνω αλλιώς
έφυγα γιατί άνοιξε ο καημός μου ο παλιός
στα άγγιγμα του όχι μας σαν κουρασμένο ρούχο
γιατί έφυγα κι απέφυγα
που τέτοια αγάπη σου ’χω
Δυο σπίρτα που ’μειναν στις νύχτας το κουτί
να μην τ’ ανάψεις
την πόρτα σου μονάχα την κουτή
για ρώτα την πώς έφυγα
νομίζοντας πως θες να με φωνάξεις
Έφυγα γιατί έπρεπε να ζήσω αλλιώς
έφυγα όπως φεύγει το σκοτάδι απ’ το φως
μια καύτρα μόνο γυάλισε
λες κι ήθελε να δείξει
ποιο κουράγιο το κουβάλησε το θέλω που ’χα πνίξει
Δυο σπίρτα που ’μειναν στις νύχτας το κουτί
να μην τ’ ανάψεις
την πόρτα σου μονάχα την κουτή
για ρώτα την πώς έφυγα
νομίζοντας πως θες να με φωνάξεις
Μέσ’ απ’ το παλιό μου σπίτι
βγαίνει ένας καπνός
είναι σαν φωνή που βγαίνει
κι αναστεναγμός
είναι σύννεφο και μπόρα
και βαρύς καημός
μέσ’ απ’ το παλιό μου σπίτι
βγαίνει ένας καπνός
Μέσα στο παλιό μου σπίτι
ήλιος δεν θα μπει
σβήσανε τα όνειρά μου
σαν της νύχτας το κερί
και στο παραθύρι η γλάστρα
έχει μαραθεί
μέσα στο παλιό μου σπίτι
ήλιος δεν θα μπει
Αυτό είναι το πρώτο τραγούδι του Δήμου Μούτση στην ελληνική δισκογραφία. Ηχογραφήθηκε για πρώτη φορά το 1965 με ερμηνευτή τον Γιάννη Πουλόπουλο που είναι και ο στιχουργός του. Ο συνθέτης λέει (συνέντευξη στον Τάσο Καραντή/περιοδικό «Αυλαία») ότι στους στίχους βοήθησαν ο ίδιος, ο Μάνος Χατζιδάκις και ο Νίκος Γκάτσος.
Το 1995 το ακούσαμε και πάλι από τον Κώστα Παπαδόπουλο σ’ ένα εξαιρετικό σόλο (δίσκος: Κώστας Παπαδόπουλος, Σόλο μπουζούκι Νο 2):
Το 1955, ξεπηδά από την Κοκκινιά ένας πιτσιρικάς 18 χρονών, ήδη πολύ δυνατός μουσικός, που έμελλε να μας κάνει πολύ περήφανους στην πορεία. Ο Κώστας Παπαδόπουλος.
Ως το 1961 ηχογραφεί στα ιστορικά στούντιο της Columbia περίπου 10.000 τραγούδια, μεταξύ των οποίων αρκετές συνθέσεις του Τσιτσάνη, τις επανεκτελέσεις του έργου του Μάρκου με τον Γρηγόρη, αρκετά τραγούδια του Απόστολου Καλδάρα και έργα δεκάδων άλλων συνθετών.
Το 1961 έρχεται η γνωριμία με τον Μίκη του οποίου ήταν βασικός συνεργάτης ως την εποχή της χούντας. Μέσω των έργων του Μίκη ερμήνευσε όλα τα μεγάλα ποιητικά έργα που μελοποίησε ο Μίκης και η ερμηνεία του στους κρητικούς χορούς του Ζορμπά έστειλε το εθνικό μας όργανο, το μπουζούκι, στις εσχατιές του πλανήτη.
Στο μεσοδιάστημα αυτό έπαιξε και ένα από τα σημαντικότερα ορχηστρικά έργα όλων των εποχών, στις «Πασχαλιές μέσα από τη νεκρή γη» του Μάνου το 1962.
Μπορεί άνετα να θεωρηθεί ο θεμελιωτής του έντεχνου αφού έδωσε το λαϊκό τους στίγμα στα πρώτα έργα των περισσότερων σύγχρονων συνθετών μας από τους οποίους ενδεικτικά αναφέρω τον Γιάννη Σπανό, τον Δήμο Μούτση, τον Γιώργο Χατζηνάσιο, τον Λουκιανό Κηλαηδόνη, τον Ηλία Ανδριόπουλο, τον Σταμάτη Κραουνάκη.
Υπήρξε στενός συνεργάτης του Σταύρου Ξαρχάκου σε όλα τα σπουδαία λαϊκά του έργα μετά το 1966 και ήταν ο αγαπημένος εκτελεστής του Άκη Πάνου από την αρχή ως το τέλος του συνθετικού του έργου.
Από το 1955 ως το 1970 συνεχώς και στη συνέχεια κατά διαστήματα συνοδοιπόρος του ήταν ο παιδικός του φίλος και συμπαίκτης του, ο Λάκης Καρνέζης. Οι δυο τους αποτέλεσαν αξεπέραστο μουσικό δίδυμο που όμοιό του δεν θα ξαναδεί η Ελλάδα.
Ο Κώστας Παπαδόπουλος έγραψε τη μουσική σύνθεση που ακούμε τη δεκαετία του 1970, αλλά οι παραγωγοί της Columbia έκριναν (σωστά, κατά τη γνώμη μου) ότι το σόλο αυτό έπρεπε να έχει τον τίτλο «Κοκκινιά ’55» για να θυμόμαστε όλοι το έτος της πρώτης δισκογραφικής εμφάνισης ενός από τους κορυφαίους μουσικούς της χώρας.