Σοφία Πόταρη, Χωρισμός

Χωρισμός

[Β’ μέρος – Μοιρολόγια-Θρήνοι]

Πώς κεραυνός ανίκητος και μαύρο αστροπελέκι
σπαθοκοπάν αλύπητα τους κλώνους και τις κλάρες
και μένει τ’ ώριο το δεντρί έρμο πελεκημένο
να ιστοράει τον πόνο του μερόνυχτα κι αιώνες;
έτσι κι εμέ η καρδούλα μου για πάντα ’φαρμακώθη
π’ απόμεινα μονάχη μου σαν το ξερό δεντράκι
σε πήρε μαύρος κεραυνός σ’ έκαψε αστροπελέκι
μαύρος της νύχτας άνεμος σε χώρισε από μένα
σε πάει καβάλα σ’ άλογο σε μαύρο ξεροτόπι
ν’ αλησμονάς το γάμο μας, ν’ αλησμονάς κι εμένα
να τραγουδάς τα νιάτα σου, να κλαίν τα μαυροπούλια

Από τη συλλογή Ασφόδελοι και Κυπάρισσοι (2017) της Σοφίας Πόταρη

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Σοφία Πόταρη

Σοφία Πόταρη, Χειμώνας

Χειμώνας

[Α’ μέρος – Ποιήματα]

Οι σπόροι της τριανταφυλλιάς νεκροί
στο παγωμένο χώμα
στα φύλλα η σιωπή βουρκώνει
και δίχτυα η ερημιά απλώνει

τα δένδρα, κοκαλιάρικα κορμιά
μακριά στο σκούρο λόφο
μια καπνοδόχος ανασαίνει
ό,τι από ουρανό απομένει

χιμάει η νύχτα στην κληματαριά
το αίμα ξεθωριάζει
σκληρά το φως χτικιάζει τώρα
του θάνατου είναι η ώρα.

Από τη συλλογή Ασφόδελοι και Κυπάρισσοι (2017) της Σοφίας Πόταρη

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Σοφία Πόταρη

Σοφία Πόταρη, Φθινόπωρο

Φθινόπωρο

[Α’ μέρος – Ποιήματα]

Ριγούν τα φύλλα μες στου κήπου την εσπερινή δροσιά
στο νοτισμένο χόρτο της αγκάλης του ριγμένα
φεύγουνε όπως τα παιδιά, με απορία στην ματιά
κι ωχρά σιωπούν σ’ αγαπημένα χέρια αφημένα

αθώα κι όμορφα πολύ είναι τα φύλλα τα νεκρά
καθώς τα κλαίει το σιγηλό του δειλινού αγέρι
όπως της μάνας το φιλί στα χείλη πάνω τα χλωμά
του σπλάχνου της, που ξεψυχά, μικρούλι περιστέρι

γλυκά π’ αφήνονται να κοιμηθούν σε στολισμένο μνήμα!
κι αν η χαρά είν’ ο θάνατος κι ο θάνατος χαρά
της ωραιότητας πιασμένα ακολουθούν το νήμα
πεθαίνουν, σαν παιδιά, στου γαλανού την αγκαλιά

Από τη συλλογή Ασφόδελοι και Κυπάρισσοι (2017) της Σοφίας Πόταρη

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Σοφία Πόταρη

Σοφία Πόταρη, Υπόσχεση

Υπόσχεση

[Α’ μέρος – Ποιήματα]

Η νύχτα, ιερή μητέρα, η νύχτα η σπλαχνική
τα βλέφαρά σου όπως ανάλαφρα αγγίζει
και τα κλείνει, ρόδο υπέρλαμπρο ανθίζει
σαν χαμογέλιο τρυφερό, σαν μουσική μεθυστική

άσμα ολόγλυκο σ’ άπειρες γλώσσες και φωνές
κι ανείπωτη εσέ αποκαλύπτει αλήθεια
χρησμόν αιώνιο που κρύβει εχεμύθεια
ποτέ δεν γνώριζες κι ούτε ένιωσες ποτές

της λύρας το βαθύ αναστεναγμό που τραγουδά
νεράκι δροσερό και την ψυχή ξεπλένει
με κυπαρίσσι αρμονική κι ερωτευμένη
αγέραστη θα ζει και σαν πουλί θα κελαηδά

Από τη συλλογή Ασφόδελοι και Κυπάρισσοι (2017) της Σοφίας Πόταρη

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Σοφία Πόταρη

Σοφία Πόταρη, Του πατέρα

Του πατέρα

[Β’ μέρος – Μοιρολόγια-Θρήνοι]

Σήκω πατέρα μου καλέ, σου ’χω ετοιμάσει τον καφέ
στο φλιτζανάκι π’ αγαπάς, κείνο απ’ την προίκα της μαμάς
σήκω και πλύσου κι άλλαξε κι ήλιος τη μέρα χάραξε
κι έλα να κάτσεις στην αυλή, που με κανάκευες παιδί
κι έλα ’πό κάτου απ’ τη μηλιά, που κελαηδούνε τα πουλιά
και στρίψε το μουστάκι σου και πιες το καφεδάκι σου
σήκω να πιάσεις με καημό, εκείνον τον παλιό σκοπό
και να μου δώσεις προσταγή με τη γλυκιά σου τη φωνή
«κόρη μου, σύρε να χαρείς, φαγί να φτιάσεις, μην αργείς»
σήκω πατέρα μου καλέ, κι έλα να πιεις γλυκό καφέ

Από τη συλλογή Ασφόδελοι και Κυπάρισσοι (2017) της Σοφίας Πόταρη

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Σοφία Πόταρη

Σοφία Πόταρη, Του μικρού κοριτσιού

Του μικρού κοριτσιού

[Β’ μέρος – Μοιρολόγια-Θρήνοι]

Νυφούλα, νερατζούλα μου, μικρή τριανταφυλλίτσα
γαρδένια μοσχομύριστη και ηλιοχαϊδεμένη
άνοιξε τα ματάκια σου, μικρή μου περδικούλα
να σβήσουν τ’ άστρα τ’ ουρανού, να σβήσει το φεγγάρι
να βγει ο ήλιος γελαστός, ν’ απλώσει τη χαρά του
στης ομορφάδας σου το φως ν’ αλησμονάει τη δύση

Από τη συλλογή Ασφόδελοι και Κυπάρισσοι (2017) της Σοφίας Πόταρη

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Σοφία Πόταρη

Σοφία Πόταρη, Του μικρού αγοριού

Του μικρού αγοριού

[Β’ μέρος – Μοιρολόγια-Θρήνοι]

Κοιμήθηκες γλυκό μου ανθί κι ωραίο μου βλαστάρι
φέγγει το προσωπάκι σου σαν ήλιος, σα φεγγάρι
κοιμήθηκες κι η ομορφιά του κρίνου σε μυρώνει
κι άρωμα ρόδου αμάραντου τη νύχτα σου μερώνει

κοιμήθηκες χρυσέ μου αϊτέ, λευκό μου συννεφάκι
όλα τ’ αστέρια τ’ ουρανού να τα ’χεις κρεβατάκι
τ’ αηδόνι να σου τραγουδά, να σε γλυκομαλώνει
και του Θεού ανασεμιά μέσα σου να ριζώνει

Από τη συλλογή Ασφόδελοι και Κυπάρισσοι (2017) της Σοφίας Πόταρη

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Σοφία Πόταρη

Σοφία Πόταρη, Του Μανιάτη

Του Μανιάτη

[Β’ μέρος – Μοιρολόγια-Θρήνοι]

Απόκαμες κορόνα μου και κίνησες να φύγεις
κουράστηκε η ψυχούλα σου κι άλλο δε θες να μείνεις
και φεύγεις μέρα Κυριακή, μέρα ευλογημένη
που ’χει του ήλιου η φωτιά τη γη μας γλυκαμένη
πού πάεις άντρα μου καλέ, πού πάεις αετέ μου;
πώς θ’ απομείνω μοναχιά χωρίς εσέ καλέ μου;
κορόνα μου, πορφύρα μου, σγουρέ βασιλικέ μου
άστρο μου και φεγγάρι μου και γαλανέ ουρανέ μου
στον κάτω κόσμο που θα πας να μη με λησμονήσεις
ταίρι σου είμαι και θα ζω όσο εσύ μ’ ορίσεις
ήσουνα υπερήφανος, κι ο λόγος σου περνούσε
όλοι σε λογαριάζανε, το μπόι σου μετρούσε
πρώτος ερχόσουν στη βολή πρώτος και στο ζευγάρι
μα πάνω απ’ όλα δίκαιος και άξιο παλικάρι
το σπίτι μας το τίμησες με της αντρειάς τη μπέσα
ήξερες σ’ όλα να σταθείς και σ’ όλα να ’σαι μέσα
ώρα καλή σου άντρα μου, τον πύργο κατεβαίνεις
και τ’ άρματά σου τα χρυσά απάνω σου τα δένεις
λεβέντη μου περήφανε, λιοντάρι της γενιάς σου
σε χαιρετάν η μάνα σου και τα χρυσά παιδιά σου
κι εγώ το μαυροταίρι σου στη θέση σου θα μείνω
κι εσύ να είσαι ήσυχος κι υπόσχεση σου δίνω
πως όπως όλα τ’ άφηκες έτσι και θα απομένουν
κι εκειός που λόγο δεν κρατά τα χρόνια του να φτένουν
ώρα καλή σου άντρα μου κι αφέντη του σπιτιού μας
περήφανος κι εκεί που πας, καμάρι του σογιού μας

Από τη συλλογή Ασφόδελοι και Κυπάρισσοι (2017) της Σοφίας Πόταρη

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Σοφία Πόταρη

Σοφία Πόταρη, Του γιου

Του γιου

[Β’ μέρος – Μοιρολόγια-Θρήνοι]

— Ελίτσα πικρολίτσα μου, του ήλιου θυγατέρα
εκεί στην πέτρα που ριζάς, πέρα που αγναντεύεις
μην είδες το λεβέντη μου, το φως των ομματιών μου;
— Τον είδα ψες το σούρουπο καβάλα στο φαρί του
να πηαίνει στ’ αγριώματα, πέρα στα ξεροτόπια
κι είχε παρέα τα πουλιά και τ’ άγρια του λόγγου
— Πάαινε με το μαύρο του σε κυνηγιού λημέρια
βαράει τσίχλες και λαγούς και πλουμιστά ορτύκια
να τρώει να στηλώνεται τις αρμακιές σαν χτίζει
— Δεν πάαιν’ ο λεβέντης σου σε κυνηγιού λημέρια
μηδέ φαγί μηδέ κρασί έβανε να ετοιμάσει
καβάλα ήταν σ’ άλογο που ’σουρνε απ’ το καπίστρι
αμαξηλάτης άγριος στα μαύρα τυλιγμένος

Από τη συλλογή Ασφόδελοι και Κυπάρισσοι (2017) της Σοφίας Πόταρη

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Σοφία Πόταρη

Σοφία Πόταρη, Το ρολόι

Το ρολόι

[Α’ μέρος – Ποιήματα]

Το παλιό ρολόι στη λαβωμένη σάλα
στέκεται ακούνητο σαν τον φρουρό
που ανήσυχος με τούτα και με τ’ άλλα
φυλάει τα πάτρια από δόλιο εχθρό

το φτωχό! ξεχασμένο λες σε γυάλα
παλιάτσος τώρα διασκεδάζει τον καιρό
μ’ αποφόρια σκισμένα και μεγάλα
σκιάχτρο σε άκαρπο, έρημο αγρό

μάταιο είναι που γλυκοψιθυρίζει
«για φαΐ ελάτε» ή «ύπνο τα παιδιά»
λευκά οι άνθρωποι πετάξανε πουλιά

ο σακάτης φούρνος δεν καπνίζει
ο χρόνος μόνο θάνατο αβγατίζει
κι είναι ο χτύπος του θρήνος κι αποθυμιά

Από τη συλλογή Ασφόδελοι και Κυπάρισσοι (2017) της Σοφίας Πόταρη

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Σοφία Πόταρη

Σοφία Πόταρη, Το πουλί

Το πουλί

[Α’ μέρος – Ποιήματα]

Όταν το σούρουπο γλυκά ψυχορραγεί
κι η νύχτα το βελούδο της απλώνει
ένα πουλί παράξενο σιμώνει
δεν ξέρω από πού έρχεται ή για πού κινεί

κομμάτι σίδερο τα μάτια του βαρύ
κι έτσι όπως ήσυχο κοντοζυγώνει
λύπη βαθιά το στήθος μου πληγώνει
μα κείνο μόνο με κοιτά και δεν μιλεί

ρούχο η σιωπή μου μαύρο, βολεμένη
στο γκρίζο δέντρο, με τρυπά σκληρή αγκαθιά
με πνίγει, αγκαλιά φαρμακωμένη

ένα παράξενο πουλί έχω συντροφιά
σαν από μένα κάτι να προσμένει
τώρα που τίποτα δεν περιμένω πια

Από τη συλλογή Ασφόδελοι και Κυπάρισσοι (2017) της Σοφίας Πόταρη

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Σοφία Πόταρη

Σοφία Πόταρη, Το ονειροπούλι

Το ονειροπούλι

[Α’ μέρος – Ποιήματα]

Κάθε αυγή και σούρουπο, ανατολή και δείλι
ο ήλιος ολομέταξος στο βράχο σκαρφαλώνει
με τρυφεράδα περισσή την πέτρα του μαλώνει
που πάνω της ματώσανε της Παναγιώς τα χείλη

αφού αρνήθη ο έρωτας χαρές να την κεράσει
πήρε το δρόμο που ξεβγάζει απάνω στη ραχούλα
με ξαναμμένη την καρδιά η άγουρη παιδούλα
από το βράχο ρίχτηκε κι αγκάλιασε την πλάση

λαφριά την είπαν στο χωριό τη δύστυχη Πανάγιω
και πως αυτά παθαίνουνε οι άμυαλες κοπέλες
που κρίματα πληρώνουνε στου έρωτα τις τρέλες
ο έρωτας πως στον τρελό δίνει τρελό κουράγιο!

κανείς ποτέ δεν ένιωσε πως η φλογάτη κόρη
λαβώθηκε για να γενεί λευκό ονειροπούλι
που απλώνει τα φτεράκια του πιο έξω απ’ το κουκούλι
ο βράχος μόνο σπλαχνικός και τα θλιμμένα όρη

Από τη συλλογή Ασφόδελοι και Κυπάρισσοι (2017) της Σοφίας Πόταρη

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Σοφία Πόταρη

Σοφία Πόταρη: Της Πόλης – Εάλω η Πόλις

Της Πόλης – Εάλω η Πόλις

[Β’ μέρος – Μοιρολόγια-Θρήνοι]

Βαρύς βογκάει ο ουρανός και κλαίει ξαρματωμένος
καρφιά τ’ αστέρια γίνονται και το φεγγάρι βέλος
το άγιο σώμα σπαρταρά, ματώνει και ξεπνέει
επήρανε την Πόλιν μας κι ο αετός μας κλαίει

της εκκλησιάς το ιερό οι σκύλοι μαγαρίζουν
κορμιά κλαδεύουν και πατούν, κεφάλια τα θερίζουν
κρύψου φεγγάρι τ’ ουρανού κι εσείς πουλιά σωπάστε
επήρανε την Πόλι μας, τον θρήνο μας κοπάστε

το κλάμα και το αίμα μας ποτάμια να σας πνίξουν
μαύρες φουσκώνουν θάλασσες, μαύρο βυθό θ’ ανοίξουν
μαύρο υφαίνουν σάβανο που πάνω σας θα πέσει
επήρατε την Πόλι μας και ποια καρδιά ν’ αντέξει;

Μα θά ’ρθουν χρόνοι και καιροί που πάνω σας θα ρίξουν
τα άγια που πατήσατε κατάρες να σας πνίξουν
στοιχειά οι νεκροί που δεν ξεχνούν κι αιώνια ματώνουν
στης Βασιλεύουσας τη γη ήλιο χρυσό θα υψώνουν

Από τη συλλογή Ασφόδελοι και Κυπάρισσοι (2017) της Σοφίας Πόταρη

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Σοφία Πόταρη

Σοφία Πόταρη, Της μάνας

Της μάνας

[Β’ μέρος – Μοιρολόγια-Θρήνοι]

Εσύ πουλί, μικρό πουλί, μαύρο μου κοτσυφάκι
που κελαηδείς τ’ απόβραδο για τους αποθαμένους
και βάνεις τέχνη ζηλευτή και τη γλυκιά λαλιά σου
και σαν τραγούδι αρχινάς για τον καημό της ζήσης
κλαίνε ραχούλες και βουνά, γκρεμνοί και κορφοβούνια
σύρε σιγά και ταπεινά, μαύρο μου κοτσυφάκι
να ροβολήσεις το στρατί που πάει στον κάτω κόσμο
και νά ’βρεις τη μανούλα μου μαυρομαντιλωμένη
δώσ’ της κλωνί βασιλικό και χώμα απ’ το περβόλι
στον κόρφο της να το κρατεί κι εμένα να θυμάται

Από τη συλλογή Ασφόδελοι και Κυπάρισσοι (2017) της Σοφίας Πόταρη

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Σοφία Πόταρη