Μάρκος Μέσκος, [Αγαπώ άρα κινδυνεύω…]

Αγαπώ άρα κινδυνεύω
γιατί βαδίζω μέσα στην καρδιά μου

και να το μεσημέρι βόδι κουρασμένο
αμίλητο νερό μορφή του κόσμου μαλαματένια
στο δέντρο απάνω το πουλί τσιουρ-τσιουρ απομεσήμερο
και να το μυστικό της ροδιάς άνεμος περαστικός
παπαρούνα μαύρη παίζει λατέρνα γιατί ποτέ δεν φαντάστηκε τα γηρατειά

φύτρο λευκό του ύψους άλογο
φορά πράσινη και λύγισμα νύφης δώδεκα χρονώ
(θηρίο αγάπη την σπαράζεις)
μακρύς μακρύς ο δρόμος σου καθώς της γκάιντας η φωνή
τραγούδια χωρίς λόγια τραγούδια χωρίς λόγια μακρινά

και να τρέχουν τα δέντρα στο παραθύρι χορεύουνε τα κυπαρίσσια
και να βυσσινιάς ανθός στην πλαγιά ο αέρας
στη γη ακουμπάν τόξα προβάτων, αγαπώ άρα κινδυνεύω.

Από τη συλλογή Τα φαντάσματα της ελευθερίας (1979) του Μάρκου Μέσκου

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Μάρκος Μέσκος

Advertisement

Μάρκος Μέσκος, Άνθη στο καταραμένο φίδι (84)

84. Αγάπη τρελή, πολύχρονη δύο μηνών και ζεστή, μεγάλη, αντιφατική, γελοία, ωραία σαν κυνηγημένο σύννεφο, κλαίουσα στον ποταμό, χαρούμενη με δύο παλαμάκια, αγωνιούσα, ταξιδεύουσα συχνά, επστρέφουσα πάντα, το τελευταίο αντίο πάλι, τον ουρανό τρυπώντας και τη γη καταρώμενη, φυλακισμένη σε τέσσερις μικρούς τοίχους, πανελεύθερη, μια κίνηση πουλιών για το Βορρά, χιόνια που λιώνουν, φιλιά που αχνίζουν τρέμοντας, παλιόπαιδο του δρόμου, νύχτα με σεντόνια λευκά, τέλος γνωστό, ανονόμαστο άνθος σε κρυμμένο λιβάδι, νύχι της πέρδικας φοβισμένο, μωρό κοιμισμένο στο βυζί, υγρασία στα σκέλια, ποτάμι βαθύ, κόκκινη κατάσαρκη μπλούζα, κουρέλι αγαπημένο, καρφί στο μυαλό, βουνό αγέρωχο, κατεβασιά λύκων, αμνοί βελάζουν, φωτιά μεγάλη, δάκρυα που δεν σβήνουν τίποτε, λεύκες ψυχούλες, γκρεμός με αγριοπερίστερα, πουκάμισο φιδιού δεν βρέθηκε, δαχτυλίδι αρχαίο, φωνή τώρα στο κάστρο, στάρι που λυγάει στον κάμπο, κρασί σταφυλίσιο, μια πενιά από ούτι, τα πάνω κάτω του κόσμου, τρελή Αγάπη, Εσύ.

Από τη συλλογή Άνθη στο καταραμένο φίδι (1983) του Μάρκου Μέσκου

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Μάρκος Μέσκος

Μάρκος Μέσκος, Η τελευταία γλώσσα

Η τελευταία γλώσσα

Δουλειά της νύχτας τα ποιήματα∙ τα βλέπει η μέρα και δεν εννοεί.

Κόσμος με τ’ άλεκτα σ’ αγαπώ τ’ ανείπωτα δεν υπάρχει τώρα
λύπη κατεβαίνει από τα δέντρα πίκρας αλαλία και σιωπή
ο θάνατος μνήμων πάντοτε κι από του τάφου την οπή
τραγούδια τάχα, νεράκι ευχής, ξανθά σγουρόμαλλα δώρα.

Μάτια μέσα στ’ αόρατα δάκρυα αίμα αθέατο κι όμως ποτάμι
σφάζουν ήλιους καθώς στο μαχαίρι τελειώνουν τα πρόβατα
σκοτάδια μαύρα δηλαδή κι ο σπινθήρας-χλιμίντρισμα δεν απαντά
στο πρόβλημα, δεν το ραγίζει∙ να σκάσουν γαρίφαλα πρωτοετή και γάμοι

απελπισμένοι στους αιώνες. Κι εγώ (σαν κάτι να μου κλείνει το στόμα)
με τους νεκρούς είμαι λοιπόν; Χνούδια, λένε και μικρά πουλιά
σαλεύουν στον ύπνο — ζεις δεν ζεις όπως τ’ ανοιξιάτικα ζουμπούλια.

Αν τίποτε δεν ειπώθηκε ακριβώς (αέρας, νερό, φωτιά, χώμα)
ας πούμε πάλι τάξη την βραδυπορούσα (μήπως) καλία των ημερών —
Αρματολέ, δυσεύρετε Γρηγόριε Σταυρίδη, απόκοσμος εδώ και παρών!

Από τη συλλογή Χαιρετισμοί (1995) του Μάρκου Μέσκου

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Μάρκος Μέσκος

Μάρκος Μέσκος, Άγριες μηλίτσες

Άγριες μηλίτσες

[Ενότητα Ο χορός των αγίων]

Άγριες μηλίτσες σε φύλλα πανούργα του αέρα στους διαβάτες
γνέφουν να σιμώσουν να κόψουν αγριόμηλα τώρα στο μεταίχμιο
καθώς εκείνες γέρνουν στον γκρεμό και η ψυχή τους χάνεται
για πάντα!

Από τη συλλογή Ελεγείες (2004) του Μάρκου Μέσκου

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Μάρκος Μέσκος

Μάρκος Μέσκος, Η άσπρη πόρτα

Η άσπρη πόρτα

Από δω κινούσε ο έρωτας. Μελαχρινή χλωρασιά
το κόκκινο φόρεμα πώς σου πήγαινε!

Τρία ξύλα η άσπρη πόρτα και μια λαμαρίνα ασβεστωμένη.
Για μας η αρχή των φιλιών∙ του αγροφύλακα
η πύλη του νόμου. Σαν το πουλί χαράματα
σαν τη λαφίνα βράδυ η αγάπη μας έτρεχε να δροσιστεί.
Της θάλασσας τα σπλάχνα πάνω στο τριφύλλι, το άνθος
της μηλιάς πιο πάνω και ψηλά δυο φύλλα καρυδιάς με το φεγγάρι…

(Άκου πώς νυχτώνει ένα αηδόνι στο ποτάμι!)

Καθώς η φλούδα δένει τον κορμό ζητούσες να σε σφίξω∙
τον φόβο σου να λιώσω όταν αστροπελέκια σκίζανε τον ουρανό.

Τον άλλο φόβο μέσα μου τον άκουγες;

Στην άσπρη πόρτα τώρα ανοίχτηκε φαράγγι
κι ο έρωτάς μας αλογάρης τ’ άλογα χουγιάζει
να πέσουν στον γκρεμό. Στα μάτια σου η βροχή
μα πέρα απ’ την αγνότητα μπροστά μου πάντα ένα
μαχαίρι ματωμένο.
Σύννεφο μικρό όμως αλλαξοκαιριάς πάει κι έρχεται
σύννεφο αλλαξοκαιριάς!

Σφάξτε τη φτώχεια η νύχτα να υποχωρήσει!

(Μικρή μου Βαρβάρα, μικρή μου Ιουλία
μικρή μου Ιωάννα, ποπό σας ξέχασα…)

Από τη συλλογή Μαυροβούνι (1963) του Μάρκου Μέσκου

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Μάρκος Μέσκος

Μάρκος Μέσκος, Σαν ιστορία

Σαν ιστορία

Στα υπόλοιπα της Ιστορίας χάθηκες την επομένη∙
κανείς δε ρωτούσε για σένα.

Πώς ασπρίζουν τα μαλλιά των ανθρώπων
και φέρνουν πίσω το τενεκεδένιο δόντι της εξορίας
στα λίκνα των δρόμων γυμνοί όνειρα όνειρα πάλι
κάποιοι τραγουδούνε ακόμη μα στην αγορά ένας ήχος
«δώσ’ μου την πραμάτεια, ξένε, ό,τι μου ζητήσεις θα πληρώσω»

βάλτος λάσπες απόνερα και νάιλον προσφορές άλλες
εκείνων που ανεβαίνοντας μελλοντικά κυπαρίσσια τις ραχούλες
σούρουπο σκιές γλιστρώντας στο κλαρί ν’ ανταμώσουν
τις ομάδες την ιερή φωτιά τα συντριμμένα αδιέξοδα
σαν Ιστορία σαν Ιστορία σαν Ιστορία

δεν είσαι για δυστυχίες εσύ κάτσε στ’ αυγά σου
ήρθαν και τα γηρατειά πέρασε η ζωή πέρασε
άλλαξε το χρώμα των ματιών το ψωμί από στάχτη
μην ακούς την καρδιά σου μ’ αγκάθια η χώρα της τριανταφυλλιάς
παρότι φίλος των ίππων είλωτας είλωτας τελειώνεις.

Από τη συλλογή Χαιρετισμοί (1995) του Μάρκου Μέσκου

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Μάρκος Μέσκος

Μάρκος Μέσκος, Απολογία εραστή

Απολογία εραστή

Για να μη σε χάσω καλή μου
για να μη χάσω αυτόν τον ήλιο
τα βουνά και τα ποτάμια,
για να μη χάσω αυτά τα μάτια τα τυφλά της μπόρας
αυτά τα μάτια του παιδιού που φωσφορίζουνε το μέλλον
—για να μη χάσω τη ζωή και το τραγούδι μου
προτίμησα τον θάνατο…

Από τη συλλογή Πριν από τον θάνατο (1958) του Μάρκου Μέσκου

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Μάρκος Μέσκος

Μάρκος Μέσκος, Σε πρώτο πρόσωπο

Σε πρώτο πρόσωπο

[Ενότητα Τα πουλιά]

του Κλείτου

Καλώς κακώς πέρασε η ζωή∙ τι κέρδη τι ζημίες καταπώς
λέει ο προηγούμενος τι χάρηκα και τι δεν
και τι στον κόσμο ζήλεψα – κανέναν! Κανέναν; (Ψέματα
λέω.) Μόνον εκείνους χάρηκα εκείνους που χόρευαν πάνω
στο χώμα και τραγουδούσαν∙ τίποτε άλλο!

Από τη συλλογή Ελεγείες (2004) του Μάρκου Μέσκου

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Μάρκος Μέσκος

Μάρκος Μέσκος, Μετά τον εμφύλιο

Μετά τον εμφύλιο

[Ενότητα Διαδρομές]

Καπνός πριν γίνει τ’ όνειρο ας το πω. Στην πλαγιά του βουνού ομάδα χωρικών βαδίζαμε κάτι σαν πανηγύρι επικείμενο∙ είχε χιόνι στο μονοπάτι κρουσταλλιασμένο κι εμείς καλό σημάδι προσδοκούσαμε ανάμεσα στον ζεστόν αχό της ομιλίας. Κάποτε φτάσαμε στα πρώτα σπίτια άγραφης κοινότητας κι εκεί στα υπόστεγα περάσαμε∙ στο κιόσκι στη γωνιά προηγούμενη γυναίκα ησύχαζε προς στιγμήν έχοντας φουντώσει στ’ άσπρα ο βασιλικός της∙ και μου ’λεγε πώς ανέβηκε στο βουνό πώς παντρεύτηκε πριν και πώς έκανε παιδιά μα σκόρπισαν όλοι και τώρα ολομόναχη είναι∙ είχε υγρά μάτια και παρότι στο πρόσωπό της τα πικραχρόνια γλυκά ήταν σπιθίζοντας στο διάστημα η ομορφιά της. Στο κοντινό κατώι μαυροφορεμένος κόσμος άνδρες γυναίκες ελάχιστα παιδιά∙ ετοίμαζαν τραπέζι∙ εκεί στην πόρτα κάποιοι γνωστοί μου και η κυρα-Μάικα που στις μέρες μας πουλάει καρπούς καλούδια στις λαϊκές –θα σου προσφέρω εγώ το φαΐ να δειπνήσεις είπε. Αλλά πριν άλλο χέρι με οδήγησε στη σκοτεινά πλευρά– εσύ μας ξέχασες δεν έρχεσαι πια στα λημέρια μας ποια είσαι πρόλαβα να ρωτήσω ήταν η Ελισάβετ η Σάφκα η αδερφή του Πάσχου μετανάστης στη Γερμανία εκείνη που μετά τη γέννα πέθανε στην εκλαμψία.

Από τη συλλογή Ελεγείες (2004) του Μάρκου Μέσκου

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Μάρκος Μέσκος

Μάρκος Μέσκος, Ελευθερία…

XIV

Ελευθερία…

Μάρτης στον χρόνο, εποχή αμυγδαλιάς.
Τα φύτρα στους λόφους πράσινα
και οι ανθοί στα δένδρα όνειρο της μέρας
(και της νύχτας). Κι εσύ το ξέρεις;
αϊτοί στα βράχια, φίδια στο μαύρο της πέτρας
κι ασάλευτη στην απλωσιά
η φωνή απ’ το μικρό κατσίκι.

Σύννεφα του Νοτιά σύννεφα σ’ άλλες γωνιές τ’ ουρανού
κι ο Έγριππος στα μάτια σου με τα νερά
τα υπερήφανα ή τα χαμηλωμένα στον πυθμένα.

(Μέσα μου λιμνάζει ο λόγος και με σκοτώνει.
Με σκοτώνει).

Από τη συλλογή Τα ανώνυμα (1971) του Μάρκου Μέσκου

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Μάρκος Μέσκος

Μάρκος Μέσκος, Θέση

Θέση

Τώρα τη νύχτα φοβάται μονάχος
στην κάμαρα. Τανκς περνούνε πάνω από τον ύπνο του
και τ’ όνειρό του μαζί με τη γης τρέμει σύγκορμο.

Τις άλλες βραδιές που το σπίτι γεμίζει φίλους
συγγενείς και φιλοξενούμενους, κάποιους θα φιλέψει
σε κάποιους θα σφίξει ζεστά το χέρι και σ’ άλλους
θα εξομολογηθεί πως την αυγή
μαζί τους αφουγκράζεται χαρούμενος
πόσες αλωνιστικές μηχανές περνούν για πάνω
να θερίσουνε το στάρι των χωριών της Άρνισσας.

Από τη συλλογή Μαυροβούνι (1963) του Μάρκου Μέσκου

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Μάρκος Μέσκος

Μάρκος Μέσκος, Χριστίνα

Χριστίνα

Θλιβερό η φωνή να γυρίζει πίσω χωρίς απόκριση
ο στίχος της Ασκληπιού και το φεγγάρι ευτυχώς χαμηλά
και ο ψηλός μονόχειρας στο επιτάφιο αεράκι
κάθε απόγευμα γύρω τριγύρω του Λυκαβηττού.

Ένας άνθρωπος της ηλικίας μου λοιπόν που βαδίζει
στους δρόμους με την ωραία ψευδαίσθηση
τι ωραία
τι ωραία
όλα χαρούμενα όλα φωτεινά και καταπώς
βαθιά τα επιθυμεί η ψυχούλα που μες στη φυλακή
γεννιέται.

Πίσω από τα φύλλα πίσω από τα πουλιά
πάλι φοβάμαι.

Από τη συλλογή Άλογα στον Ιππόδρομο (1973) του Μάρκου Μέσκου

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Μάρκος Μέσκος