Πρόδρομος Χ. Μάρκογλου: Σπαράγματα ψυχών και στίχων ή ο ποιητής Άνθος Φιλητάς

Σπαράγματα ψυχών και στίχων ή ο ποιητής Άνθος Φιλητάς (του Πρόδρομου Χ. Μάρκογλου)

Ο χρόνος φαίνεται πως παίζει άσχημα παιχνίδια σε συγγραφείς και κείμενα, σε πρόσωπα και γραπτά. Τελικά, ο χρόνος είναι με το μέρος των καθαρμάτων. Αυτοί προλαβαίνουν τα έργα τους. Οι ποιητές πάντα χάνουν. Βέβαια δεν χάνονται. Ήταν η Εποχή (πόλεμος, Αντίσταση, Εμφύλιος, προσφυγιά, ψυχρός πόλεμος, μετεμφυλιακά χρόνια) που ρήμαξε και ποιητές και ποιήματα. Απόμειναν από κείνη τη γενιά σπαράγματα ψυχών και στίχων. Όμως, αν εξακολουθεί η εποχή μας, σήμερα, να έχει κάποιο ανθρώπινο πρόσωπο, αυτό οφείλεται, ακόμη, στην παρακαταθήκη που άφησε εκείνη η γενιά. Άνθρωποι που απορρίψανε κάθε τι προσωπικό για χάρη του αγώνα για κοινωνική δικαιοσύνη. Και φυσικά έχασαν το πολυτιμότερο, τη ζωή τους. Κι όπως λέει ο ποιητής Μανόλης Αναγνωστάκης, «Γιατί οι μελλούμενοι ποιητές δε ζούνε πια! Αυτοί που θα μιλούσανε πεθάνανε όλοι νέοι». Ήταν το άλας της γης.

Ο Άνθιμος Χατζηανθίμου ή ο ποιητής Άνθος Φιλητάς, δεν πέθανε, επέζησε της Εποχής. Τα ποιήματά του έμειναν για δεκαετίες σε μια παγωμένη έρημο, λησμονημένα κι από τον ίδιο. Η δημιουργική του πνοή χάθηκε στις στέπες του Ουζμπεκιστάν. Γύρισε όμως κοντά μας, επιτυχώς, το 1980, και κάποιοι φανατικοί φίλοι και θαυμαστές της ποίησής του ξανατύπωσαν τα λίγα του ποιήματα, ενάντια στις καταστροφές, για να δοθεί δικαιοσύνη.

Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά: Οι μόνες πληροφορίες που είχαμε για τον Φιλητά ήταν από τον πρόσφατο εκδότη του, Φίλιππο Βλάχο, τον ποιητή Μανόλη Αναγνωστάκη, κάποιες παλιές κριτικές που γράφτηκαν για το πρώτο του βιβλίο, «Σύννεφα», στα 1937, από τον Κλέωνα Παράσχο και τον Γιώργο Μυλωνογιάννη. Ο Άνθος Φιλητάς (ψευδώνυμο του Άνθιμου Χατζηανθίμου) γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1920. Το 1936 έγραψε την ποιητική συλλογή «Σύννεφα», που τυπώθηκε το 1937 στην Αθήνα. Είχαν προηγηθεί τα «Θλιμμένα χαμόγελα» το 1934, που όμως σαν πρωτόλεια ο ποιητής αργότερα τ’ αποσιώπησε. Το 1938 δημοσίευσε στο περιοδικό της Θεσσαλονίκης «Μακεδονικές Ημέρες» το ποίημα «Η αποσύνθεση της γαλήνης» και ύστερα τίποτε πια.

Το 1940 ο Μανόλης Αναγνωστάκης τον θυμάται φοιτητή της Νομικής Θεσσαλονίκης κι αργότερα μας πληροφορεί πως στις 25 του Μάρτη του 1943, στην Κατοχή, ήταν αυτός που πετάχθηκε μέσα απ’ το πλήθος που συνάχθηκε για να στεφανώσει την προτομή του ναυάρχου Βότση, μ’ ένα στεφάνι στα χέρια, μπροστά στα έκπληκτα μάτια των Γερμανών, φωνάζοντας ΖΗΤΩ ΤΟ ΕΑΜ. Κι ύστερα, όπως γράφει ο Φίλιππος Βλάχος, βγαίνει στην παρανομία και πολεμάει με τον ΕΛΑΣ. Στον εμφύλιο πήρε μέρος σαν πολιτικός επίτροπος ταξιαρχίας. Μετά την ήττα βρέθηκε σε αναγκαστική υπερορία στην Τασκένδη. Η ποιητική του εργασία των χρόνων 1937-1943 καταστράφηκε, μια και η μητέρα του είχε κρύψει τα χειρόγραφα, για να τα σώσει, στην καμινάδα του σπιτιού.

Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες ήταν λογικό ποιήματα και ποιητής να ξεχασθούν. Αφού τα «Σύννεφα» δεν βρίσκονται σε καμία δημόσια ή ιδιωτική βιβλιοθήκη, παρά ένα μόνο αντίτυπο στα χέρια του ποιητή Μανόλη Αναγνωστάκη που τα διέσωσε, ποιήματά του σε καμία ανθολογία, και το όνομα Άνθος Φιλητάς δεν μνημονεύεται σε καμία ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Ακόμη και ο ίδιος ο ποιητής «σκληρά και θεληματικά τα είχε ξεχάσει».

Ο ρέκτης ερευνητής και τυπογράφος Φίλιππος Βλάχος τ’ ανέσυρε από τη λήθη και τα ξανατύπωσε. Το 1984 τα «Σύννεφα» και το 1985, σ’ ένα τομίδιο με τίτλο «Η αποσύνθεση της γαλήνης» το ομώνυμο ποίημα από τις «Μακεδονικές Ημέρες» μαζί με την «Περισυλλογή», δεκατέσσερα ποιήματα, σπαράγματα, όσα σώθηκαν από την εργασία του της περιόδου ’37-’43.

Έχουμε, τώρα, στα χέρια μας τα δύο τομίδια των ποιημάτων, που καλύπτουν την περίοδο 1936-1943, ενός νέου, τότε, ποιητή που με την τρυφερή και αγέρωχη ψυχή του εκφράζει τα νεανικά του αισθήματα με ποιήματα αισθαντικά, τρυφερά, ευαίσθητα, έχοντας μαθητεύσει στις «χαμηλές φωνές» του μεσοπολέμου. Γλώσσα αυθόρμητη με υπερβατικές αποχρώσεις πηγάζει από την νεανική ορμή για έξαρση και καταβύθιση, με στίχους παρατακτικούς, χαλαρούς στη σύνδεσή τους, που ξένιζαν στην εποχή τους. Στην «Περισυλλογή» βλέπουμε πόσο η γλώσσα ωρίμασε, λειάνθηκε, μέστωσε σε λιτότητα η γραφή. Τώρα, με καθυστέρηση, εντάσσονται στο σώμα της λογοτεχνικής Θεσσαλονίκης.

«Η θύμηση∙ η ουσία του χαίρε», όπως λέει κι ο Φιλητάς.

Εφημερίδα Καθημερινή, 13 Οκτωβρίου 1995, ενότητα «Βόρεια Ελλάδα», στήλη «Βιβλίο»

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Πρόδρομος Χ. Μάρκογλου

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Άνθος Φιλητάς

Πρόδρομος Χ. Μάρκογλου, Γράφω

Θάνος Μικρούτσικος & Λίνα Νικολακοπούλου, Κοίτα μια νύχτα
(τραγούδι: Χάρις Αλεξίου / δίσκος: Κρατάει χρόνια αυτή η κολόνια (1990))

Γράφω

Νύχτα γεμάτη σιωπή, σκοτεινό φως ανερμήνευτο
Καμιά αλήθεια δεν σε διαπερνά
Κι έτσι οι χρησμοί ποτέ δεν τελειώνουν

Με λέξεις σφιγμένες στα δόντια γράφω
Για τη διαρπαγή του αίματος και των ονείρων
Καθώς καμιά ανάγκη δεν διαρκεί πέρα απ’ την ηδονή
Επιθυμίες αρχέγονες ελπίζουν στη σωτηρία του κόσμου

Με χέρια άδεια από δωρεές γράφω

Νύχτα γεμάτη σιωπή, σαρκοβόρο φως ανερμήνευτο
Κάτω απ’ τα δέντρα περπατώ
Και στις φυλλωσιές ψιθυρίζει το άχρονο
Καθώς η λάμψη του φωτός πεπερασμένα ερμηνεύει τη φωνή μου
Στην ατέρμονη με παραδίνει κοινοκτημοσύνη του τίποτε.

Άσπρες φυσάει λέξεις, λευκές, η Σελήνη άγραφες.

Από τη συλλογή Ονείρων κοινοκτημοσύνη (2002) του Πρόδρομου Χ. Μάρκογλου

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Πρόδρομος Χ. Μάρκογλου

Πρόδρομος Χ. Μάρκογλου, Βαδίζουμε

Βαδίζουμε

Έρχονται δεκαοχτούρες και μιλούν
Λυπημένα μιλούν με τ’ ανερμήνευτα μάτια τους
Πρόσωπα έρχονται απ’ το σκοτάδι βαθιά
Να καταθέσουν ζητούν επισωρεύσεις πράξεων
Να ερμηνέψουν ζητούν προσωρινές αλήθειες
Λέξεις αρθρώνουν χωρίς μέλλον φασματικές

Πνοή ανέμου στα βαθυπράσινα πεύκα
Επιστρέφει η ηχώ φωνές πεπερασμένες
Φωνές ποντισμένες στα βάθη της ουτοπίας

Σαρώνει τώρα των ονείρων η προστιθέμενη αξία
Ακόμη βαδίζουμε επί πτωμάτων.

Από τη συλλογή Ονείρων κοινοκτημοσύνη (2002) του Πρόδρομου Χ. Μάρκογλου

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Πρόδρομος Χ. Μάρκογλου

Πρόδρομος Χ. Μάρκογλου, Ενύπνιον

Ενύπνιον

Ένα φάντασμα πλανιέται τις νύχτες

Έκτοτε διανύσαμε συμπαντικά μεγέθη.

Άστεγοι από καταβολής κόσμου
Στο χάσμα ζήσαμε ιστορίας και ουτοπίας
Στα χρόνια της επαγγελίας δοθήκαμε θεληματικά
Κ’ είδαμε με γνώση εκείνη να μεταλλάζει σε προδοσία
Καθώς γενιές δαπανήθηκαν λίπασμα της ιστορίας

Το μέλλον τώρα στην άνυδρη βουλιάζει έκταση της εποχής

Πώς άνθρωποι χωρίς μνήμη θα μας διαδεχθούν
Χρήστες εθισμένοι ηδονών στο τώρα και στο πουθενά
Πώς λησμονημένα όλα θα ξεχαστούν στη σιωπή;

Παγωμένος φυσά αγέρας και τρίζουν τα τζάμια.

Από τη συλλογή Ονείρων κοινοκτημοσύνη (2002) του Πρόδρομου Χ. Μάρκογλου

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Πρόδρομος Χ. Μάρκογλου

Πρόδρομος Χ. Μάρκογλου, Υπνοβάτες

Υπνοβάτες

Κόβουν τον ομφάλιο λώρο
Σ’ αφήνουν αναπότρεπτα στο ρεύμα του ποταμού
Στο αίμα και τα σκουπίδια

Χάσματα ορύγματα της σκέψης
Οράματα αιμάτινης φαντασίας
Με την πέτρα της ευθύνης δεμένοι
Υπνοβάτες σε παλιά όνειρα
Χρήστες εθισμένοι της ιστορίας

Ανεπίστρεπτα ανακυκλώνουμε το μέλλον.

Από τη συλλογή Ονείρων κοινοκτημοσύνη (2002) του Πρόδρομου Χ. Μάρκογλου

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Πρόδρομος Χ. Μάρκογλου

Πρόδρομος Χ. Μάρκογλου, Εγκάθειρκτος

Εγκάθειρκτος

Συνομιλώ με τις ουτοπίες του κόσμου
Και ταξιδεύουν τα μαύρα σύννεφα
Πλούσια απ’ τα δάκρυα των ταπεινωμένων

Στον καινούριο αιώνα βαρύθυμος προχωρώ
Πάλι την αναγκαιότητα προτείνουν της κτηνωδίας
Άδεια μάτια, του κέρδους παντού πυρετός

Στη σηψαιμία κλειστών ιδεών
Εγκάθειρκτος της ουτοπίας δραπέτης
Ήττες αθροίζω πράξεων, των ιδεών ήττες

Αμείλικτα ερωτήματα, αχειροποίητες εικόνες
Πώς τώρα να ερμηνέψεις το παρελθόν
Μόνη αλήθεια το αίμα, η φωνή των ταπεινών

Φυσά ο άνεμος μια χούφτα χώμα
Στίχους κρατώ παλιούς, μνήμες οργής

Ποτέ δεν υπήρξα ελεύθερος.

Από τη συλλογή Ονείρων κοινοκτημοσύνη (2002) του Πρόδρομου Χ. Μάρκογλου

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Πρόδρομος Χ. Μάρκογλου

Πρόδρομος Χ. Μάρκογλου, Πλανόδιος

Πλανόδιος

Στον μαύρο στέκει ουρανό σιωπηλός
Εκεί στα πόδια του απλώνεται η ιστορία
Βιβλία του Λένιν, ποιήματα του Μαγιακόβσκι
Εμβλήματα με σφυροδρέπανο, μανιφέστα ανατρεπτικά
Κι ένα βιβλίο δικό του με ποιήματα υπαρκτικά

Σιγαρέτα καπνίζει μιας δυσοίωνης ουτοπίας

Στον μαύρο στέκει ουρανό, παγώνει
Στο κενό των λέξεων, στον καιάδα της πατρίδας
Κάργιες πετούν στη χέρσα γη της ιστορίας
Κ’ η απόσβεση του χρόνου τον σαρώνει.

Από τη συλλογή Ονείρων κοινοκτημοσύνη (2002) του Πρόδρομου Χ. Μάρκογλου

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Πρόδρομος Χ. Μάρκογλου

Πρόδρομος Χ. Μάρκογλου, Ημέρες καθημερινών παρενθέσεων

Ημέρες καθημερινών παρενθέσεων

Ημέρες ρευστές παραγραφές του αίματος
Οδοφράγματα καθημερινών παρενθέσεων
Ακόρεστος ο καιρός, άπληστος πριονίζει
Τα παρελθόντα του μέλλοντος θεμέλια
Χειραγωγεί την εξέγερση των ονείρων
Ρυθμίζει τη μεταφυσική της γλώσσας
Των πράξεων την αρχέγονη καταγωγή

Διαγράφοντας το παρελθόν αγνοούμε το μέλλον
Ενώ το παρόν στην αμείλικτη τελειώνει σιωπή

Ημέρες καθημερινές, μιας χρήσης, σωριάζονται.

Από τη συλλογή Ονείρων κοινοκτημοσύνη (2002) του Πρόδρομου Χ. Μάρκογλου

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Πρόδρομος Χ. Μάρκογλου

Πρόδρομος Χ. Μάρκογλου, Το κόκκινο τρένο

Το κόκκινο τρένο

Ξυπνώ στο βάθος της νύχτας

Καθώς το παλιό εκείνο τρένο ορμά
Με πάταγο διασχίζει, με τριγμούς το δωμάτιο
Σφυρίζει στους παγωμένους ατμούς η ουτοπία

Κόκκινες ανεμίζουν σημαίες ασυμβίβαστες
Φεύγει πηδώ και δεν το φτάνω
Χάνονται οι προβολείς στο χιόνι
Παλιές πληγές με σφάζουν

Από το φως του δρόμου
Τέλος εισβάλλει η λογική του πραγματικού

Από τη συλλογή Ονείρων κοινοκτημοσύνη (2002) του Πρόδρομου Χ. Μάρκογλου

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Πρόδρομος Χ. Μάρκογλου

Πρόδρομος Χ. Μάρκογλου, Αναγνώστης

Αναγνώστης

Κλείνω το στόμα, συγκρατώ εκρήξεις λόγων
Αναγνώστης του μέσα κόσμου παραμένω χρεώστης
Χρησμούς ερμηνεύω σιωπώντας παραληρηματικά
Χωρίς πατρίδα, χωρίς γλώσσα στη βίαιη καταστολή
Και φθίνει αβυσσαλέα το άχρονο χρονομετρικά

Σπουργίτια άδολα, κοτσύφια ραμφίζουν τον ουρανό
Σχίζουν το μαύρο και ρέει το φως στη σιωπή

Καμιά μεταμέλεια για όσα πράξαμε ή για όσα παραλείψαμε
Για όσα με λέξεις καταδικάσαμε ή αθωώσαμε για πάντα
Για όσα παράφορα αγαπήσαμε ή μισήσαμε εξακολουθητικά
Αφού ιστορία παραμένει το συντελεσμένο που δεν ξεγίνεται

Νύχτα μεσίστια το πελιδνό φιλούσα στόμα της Σελήνης.

Από τη συλλογή Ονείρων κοινοκτημοσύνη (2002) του Πρόδρομου Χ. Μάρκογλου

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Πρόδρομος Χ. Μάρκογλου

Πρόδρομος Χ. Μάρκογλου, Ονείρων ξεφτίδια

Ονείρων ξεφτίδια

Στον άνεμο ρίχνω μια χούφτα χώμα
Χαράζει το χέρι λέξεις των θλίψεων
Πώς τώρα το χάσμα της σκέψης των ονείρων να γίνει φωνή
Στη διττή της να μετέχει η σάρκα μορφή
Κι οδηγημένη απ’ το χέρι η σιωπή να γίνει γλώσσα

Σούρουπο σταματούν οι δεκαοχτούρες το θρήνο
Ροκανίζουν στο πλατάνι οι κάργιες τη μέρα
Ποια λόγια να σου απευθύνω τραυλίζοντας
Ονείρων ξεφτίδια απορρίπτουν τον κόσμο μας
Μ’ εγκαύματα μ’ εγκαλούν ατέρμονης καταδίκης
Στο ρήγμα του πένθους βυθίζονται όλα

Κάποτε σου είχα γράψει:
Ο Έρωτας ακυρώνει τη σκοτεινή απώλεια του χρόνου,
Κάποτε σε μιαν άλλη Εποχή.

Φυσάει νύχτα στα σύννεφα των πεύκων
Πλησιάζει όπως πάντα η θλιβερή μουσική
Ο ασίγαστος μονότονος ήχος των αργυρίων

Ποια δικαιοσύνη ερμηνεύει το αβάσταχτο;

Από τη συλλογή Ονείρων κοινοκτημοσύνη (2002) του Πρόδρομου Χ. Μάρκογλου

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Πρόδρομος Χ. Μάρκογλου

Πρόδρομος Χ. Μάρκογλου, Ναυαγοί

Ναυαγοί

Βαριά σκοτεινή βροχή
Στο προσκεφάλι μου φωνές
Φωνές που δεν εξαγοράζονται
Και παραμένουν βαθιά στο αίμα
Βαθιά στην εξορία της πατρίδας

Έσπασε ο καιρός στη σιωπή τ’ ουρανού
Στη δικαιοσύνη μένουμε της ιστορίας
Στην πίκρα που διασχίζει τις ψυχές
Λεηλατημένων ονείρων κοινοκτημοσύνη

Ναυαγοί της ιστορίας κωπηλατούμε.

Από τη συλλογή Ονείρων κοινοκτημοσύνη (2002) του Πρόδρομου Χ. Μάρκογλου

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Πρόδρομος Χ. Μάρκογλου

Πρόδρομος Χ. Μάρκογλου, Και μένει στον κόσμο το ελάχιστο

Και μένει στον κόσμο το ελάχιστο

Στον Ανέστη Ευαγγέλου

Και μένει στον κόσμο το ελάχιστο
Αυτό που δρώντας πάλι φορτίζει τις ψυχές

Ανακυκλώνεται φουσκώνει το άσπρο φως
Εδώ σημαίνεις εκεί πλέον είσαι αφανής
Αμετάκλητα όνειρα αποτρόπαια σφραγίζουν

Πώς να υπερβείς το σώμα σου με λέξεις
Λίγο το φως, βαθύ σκοτάδι

Και περιστρέφει ο έρωτας τις ψυχές
Τις χαράζει
Δε μιλιέται, σιωπά και μας καταδικάζει

Ενώ το είδωλο στον καθρέφτη είναι ένας άλλος
Και βλέπω στο χαμηλό νερό με τη σελήνη πάνω,
Έζησες για ένα τίποτε;

Πολλούς βρήκαν στη γύρα τα δρεπάνια
Προτού δοθεί απάντηση
Όχι γι’ αυτά τα συντελεσμένα
Αλλά για κείνα τα άλλα που δεν έγιναν
Κι όλα βουλιάξαν στο αίμα

Πικρή εποχή, μίζερος αέρας
Έρημα πρόσωπα, τυφλό παρελθόν
Και το παρόν πιο θλιβερό κι απ’ τη σελήνη
Περισσότερο μάταιο κι απ’ το θάνατο

Σύντροφοι άλλης υποσχεμένης ζωής
Ενοχή πράξεων ανατρέπει το δοσμένο νόημα
Κόκκινη σημαία απελπισμένο σύνορο ονείρων υποστέλλει
Σε ποιο μουσείο αυτή που σάρωσε εξουσίες
Χέρια την αναρριπίζουν στον άλλο αιώνα
Απρόσιτες μάνες θηλάζουν στόματα οργής

Θάλασσες και βράχοι μνήμες προσωπικής χαράς
Θάλασσες τώρα βούρκοι, φιλτραρισμένα υπερκέρδη
Και φέγγει βαλσαμωμένος ήλιος δειλινού
Εδώ χωρίς απόφαση μένεις χωρίς φωνή
Σ’ ανένδοτη προσαρμογή

Κι ό,τι έχει κατατεθεί ούτε ο θάνατος αναιρεί
Στο τώρα και στο πουθενά
Και συγκρούονται κι αναπαράγονται κι αλλάζουν
Αλλού δεν έχει

Τέλος μένει στον κόσμο το ελάχιστο
Αυτό που δρώντας φορτίζει τις ψυχές.

Δεκέμβρης 1991-Αύγουστος 1992

Από τη συλλογή Σημειώσεις για ποιήματα που δε γράφτηκαν (1993) του Πρόδρομου Χ. Μάρκογλου

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Πρόδρομος Χ. Μάρκογλου

Πρόδρομος Χ. Μάρκογλου, Σημειώσεις για ποιήματα που δε γράφτηκαν

Σημειώσεις για ποιήματα που δε γράφτηκαν

Καλπάζει η θάλασσα στον κυματοθραύστη
Μάρτης του ’73
Άκουγα βήχα κι ένα κλάμα
Χαμηλές φωνές
Νύχτα εφιαλτική μέσα στο ποίημα

Ένα ποίημα που γκρεμιζόταν το πρωί
Ενώ το βράδυ το σφήνωνα με λέξεις

Φυσάει
Αγέρας μπερδεύει τα χαρτιά
Ο διάδρομος που λέω
Στην αυλή καπνομάγαζου φτάνει, στον καφενέ του Ανθήλαου
Στο βάθος το μπορντέλο της Πόπης
Κάτω από την ακακία δίπλα στο ρέμα
Έγραφα για μια γυναίκα που χρόνια με βασάνισε
Σ’ ένα άλλο ποίημα
Καλοκαίρι του ’55 κι η θάλασσα με αχινούς
Σ’ ένα άλλο ποίημα
Γαλάζια μάτια φώτιζαν τις λέξεις στο χαρτί

Έγραφα

Ο χρόνος τότε σαν ασβέστης φούσκωνε
Τρίζαν τα δοκάρια του μυαλού

Γυρίζω στα βουβά χαρτιά, Οκτώβρης του ’67,
Στο χαμηλό δωμάτιο διαλυμένα ποιήματα
Κι η πόλη μια παγίδα

Κοιτώ τον κήπο
Δέντρα γυμνά
Πέτρινος τοίχος σπαρμένος γυαλιά
Πέρα η θάλασσα στάχτη
Che και Άρης στην ίδια ευθεία

Λαίμαργες φωνές κι ένα φως διαρπαγής
Ερημία σπέρνει η σιωπή της γνώσης

Έγραφα:
Χωρίς εσένα η αράχνη του ήλιου της μέρας θηλιά
Κι ο ουρανός μαύρος καταρράκτης
Μέχρι τα μάτια πλημμυράω
Μέχρι την τελευταία στροφή του εγκεφάλου,

Στα μαγεμένα μάτια η γυμνή Σελήνη έμεινε

Τότε

Λίγο πιο πέρα, μετά από χρόνια
Σε κείνα τα κατάλοιπα έβρεχε
Έβρεχε και σάρωνε στο λιθόστρωτο φύλλα
Άναψα τσιγάρο
Απ’ το στενό με τις τριανταφυλλιές
Έφτασε τυλιγμένος στο γκρίζο παλτό
Ο Φώτης
Λυπημένα μάτια υγρά στο λίγο φως:
Μην πετσοκόβεις, είπε
Άσε επίπεδα και κώδικες,
Γράφε…,
Καθίσαμε στο τραπέζι
Έσταζαν φύλλα της ακακίας, άσπριζε το ούζο

Έμεινε σε κείνα τα χαρτιά του ’70 η φωνή του Φώτη

Έτσι έγραφα ένα ποίημα που γκρεμιζόταν το πρωί
Ενώ τη νύχτα το σφήνωνα με λέξεις

1973-1983

Από τη συλλογή Σημειώσεις για ποιήματα που δε γράφτηκαν (1993) του Πρόδρομου Χ. Μάρκογλου

Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Πρόδρομος Χ. Μάρκογλου