Μ' αρέσουν τα ποιήματα που ζουν στο δρόμο, έξω απ' τα βιβλία: αυτά που τουρτουρίζουν στις γωνιές κι όλο καπνίζουν σαν φουγάρα· που αναβοσβήνουν, μες στη νύχτα, σαν Χριστουγεννιάτικα λαμπάκια… [Νίκος Χουλιαράς]
Έντυσες το σαλονάκι της
ζωής σου
σε ακριβή δερμάτινη επένδυση
ματαιότητας
σε χρώμα ακηλίδωτο πλην
μονόχρωμο να κρύβεται
η Άνοιξη της πολυμορφίας των
εφηβικών σου ονείρων μην
και ζητήσουν ανατροπή τα
κωλόπαιδα οι ενοχές σου
Και δεν ξέχασες ποτέ να
ρίχνεις από πάνω κάλυμμα
φτηνιάρικης επιδερμίδας από
ρετάλια παραβαρδάριας εκποίησης
ιδανικών
Σε επαφή αισθήσεων με
το υποκείμενο
Σαν τα κλειστά σαλόνια των
σπιτιών που τα καλύτερα δωμάτια δεν
προορίζονται για τους ίδιους μα
για τις ουτοπίες τους
Από τη συλλογή Λέξεις λάμνουν αεί θάλλουν (2002) του Τάσου Κουράκη
Brendan Behan (απόδοση στα Ελληνικά: Βασίλης Ρώτας) & Μίκης Θεοδωράκης, Το γελαστό παιδί
(τραγούδι: Μαρία Φαραντούρη / δίσκος: Ένας όμηρος (1966))
[Ενότητα ΙΙ. Οι κληρονόμοι]
Η μετακόμιση
Ήταν που το κυπαρίσσι στην
άκρη του χωριού πριν το ρέμα
άνοιξε κι άφησε τη φωνή που
φώλιαζε μέσα του να πέσει σα
σιωπή –με το αθέατο περίγραμμά της–
πάνω στο δρόμο μας καθώς
σκονισμένοι περνούσαμε από μπροστά του
Οι άλλοι συνέχιζαν. Εγώ καθώς
σκόνταψα πάνω στον ήχο
αφουγκράστηκα με τα μάτια τη
σταματημένη αγωνία ενός νέου που
αναίτια πριν
δυο χρόνια μετακόμισε στη φυλλωσιά
* Στη μνήμη του μικρού Σέρβου μαθητή που σκοτώθηκε από Έλληνα αστυνομικό το 1998 στη Θεσσαλονίκη.
Από τη συλλογή Λέξεις λάμνουν αεί θάλλουν (2002) του Τάσου Κουράκη
Όταν η συκιά με φόντο το
πέλαγος είναι υπέρτερη ενός κοινωνικού
μανιφέστου
ή έστω συνώνυμη (για να μην τραυματισθεί η
αναλωμένη μας νιότη)
Και το άγουρο τσαμπί περικλείει
πιότερη σοφία
απ’ όλες τις εγκυκλοπαίδειες της γης
Τότε η καθυστέρηση μιας ώρας δεν
συνιστά τροχαία παράβαση
ψυχής, αλλά
φροντιστήριο εξακτινωμένων αισθήσεων
σε μητροπολιτικές βιβλιοθήκες
εν μέσῳ
νικηφόρων επαναστάσεων
Από τη συλλογή Λέξεις λάμνουν αεί θάλλουν (2002) του Τάσου Κουράκη