Νυχτερινό
[Ενότητα Σχιστολιθικά (1974-1979)]
Φίλε, πώς βρέθηκες εδώ, πώς στριμώχτηκες
πώς σβήνεις.
Με τον καιρό, γίναν πολλά στον τόπο και σ’ εσένα.
Μπορεί να μη θυμάσαι πια, ίσως να μη λογάριασες τι πλήρωνες
περνώντας τις στενές πύλες. Από χαντάκι σε χαντάκι
λιγόστευες ολοένα, κηλίδες κλέβαν την εικόνα
μέναν σημάδια στη φωνή, νεκρά κενά στο νου.
Με κάθε χιόνι, πέθαινε κι ένα κλαδί στο δέντρο.
Ήλιος και θάλασσα παίρναν πιο πολλά απ’ όσα δίναν.
Τώρα τις νύχτες προσπαθείς να ξεφύγεις.
Παίζεις στα χέρια σου άχρηστα κλειδιά
χαλίκια κι όστρακα από νησιά καταποντισμένα.
Μυρίζοντας φύκια, ελεείς την ψυχή σου που λείπει.
*
Άφησε πια τη θάλασσα. Έχει τελειώσει.
Και το ποτάμι άλλαξε κοίτη. Κι ο κρότος π’ ακούς κάθε βράδυ
είν’ η ξερή λάσπη που σπάνει. Στην παλιά όχθη
στρέμματα καλαμιές χωρίς φωνή νερού
λίγα δέντρα και πεθαίνουν
γλώσσες της άμμου στεγνωμένες.
Τώρα τα καλοκαίρια καίγονται μακριά.
Το παράθυρο βλέπει στον αντικρινό τοίχο και πρέπει να συνηθίσεις.
Πηγαίνοντας απ’ αυτό το τετράγωνο στ’ άλλο τετράγωνο
ό,τι απόμεινε απ’ τη ζωή σου.
Από τη συλλογή Σχιστολιθικά (1983) του Πάνου Θασίτη
Πηγή: Πάνος Θασίτης, Τα ποιήματα 1946-1979 (Θεσσαλονίκη, εκδ. Παρατηρητής, 1990)
Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα (ανθολογία) / Πάνος Θασίτης
Μου αρέσει αυτό:
Μου αρέσει! Φόρτωση...